Η εκχώρηση στο Υπερταμείο των συγκεκριμένων 10.119 ακινήτων δεν έγινε τυχαία, τόνισε απόψε από τα Χανιά το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων Στάθης Γκότσης (πρώτος από αριστερά στη φωτογραφία), μιλώντας σε δημοσιογράφους, στο περιθώριο της εκδήλωσης – ανοικτής ενημέρωσης, με θέμα «Τα μνημεία μας και το Υπερταμείο», που διοργάνωσαν η Ιστορική, Λαογραφική και Αρχαιολογική Εταιρεία Κρήτης (ΙΛΑΕΚ) και η Περιφερειακή Ενότητα Χανίων, στο Πνευματικό Κέντρο.
«Μέχρι σήμερα έχουμε διαβεβαιώσεις και δελτία Τύπου. Στις μισές περιπτώσεις, που δεν λένε καν την αλήθεια, λένε τη μισή αλήθεια. Τα περί εξαιρέσεων για παράδειγμα, είναι στα όρια του αστείου. Διότι ο νόμος λέει ότι εξαιρούνται οι αρχαιολογικοί χώροι. Τελεία. Τα μνημεία; Εξαιρούνται; Δεν τα εξαιρεί. Τα μνημεία σύμφωνα με τον αρχαιολογικό νόμο, προστατεύονται και είναι ανεπίδεκτα συναλλαγής μέχρι το 1453. Τι γίνεται με τα Νεώρια; Τι γίνεται με τα τείχη της πόλης των Χανίων; Δεν εξαιρούνται από το νόμο. Αυτοί που λένε, λοιπόν, ότι ο νόμος είναι σαφής και οι εξαιρέσεις είναι σαφείς, δεν λένε την αλήθεια», επεσήμανε χαρακτηριστικά ο κ. Γκότσης.
Παράλληλα, τόνισε ότι «αν θέλουμε να μιλάμε για πραγματικές λύσεις και αν υπάρχει πολιτική βούληση, αυτό πρέπει να φανεί με πράξεις και όχι με δελτία Τύπου. Με νομοθετική ρύθμιση που να διασφαλίζει το σύνολο των μνημείων, των αρχαιολογικών χώρων, των μουσείων -τα κτήρια των μουσείων δεν είναι μνημεία υποχρεωτικά, δεν εξαιρούνται- και όλων των χώρων των κτηρίων, των αποθηκών που χρησιμοποιεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία για τις ανάγκες της – ένα αυτό. Δεύτερο, να κοινοποιηθεί προφανέστατα πλήρως η λίστα για να ξέρουμε τι έχει γίνει, να διευκρινιστεί τι έκαναν η Επιτροπή ένα χρόνο που είχε συσταθεί από τον υπουργό Τσακαλώτο αλλά και οι σύμβουλοι που προσέλαβε το Υπερταμείο για να συνεργαστούν μ’ αυτή την Επιτροπή και να φτιάξουν τη λίστα. Αν έγιναν λάθη θα πρέπει να καταλογιστούν ευθύνες. Και στα λάθη, δηλαδή, υπάρχουν, αν είναι λάθη, πολιτικές κατευθύνσεις και τα λοιπά. Σαφέστατα εμείς πιστεύουμε ότι αυτό δεν διορθώνεται ούτε με διαπιστωτικές πράξεις, ούτε με μεσοβέζικες λύσεις. Η απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου πρέπει να αποσυρθεί όπως και το ΦΕΚ Τσακαλώτου», υπογράμμισε ο κ. Γκότσης και πρόσθεσε: «Η μόνη λύση για να μη συζητάμε κομμάτι – κομμάτι, μνημείο – μνημείο, μουσείο – μουσείο, σχολείο – σχολείο, ανάλογα με τη δύναμη που έχει ο καθένας που πιέζει, γιατί έχουμε φτάσει να συζητάμε εκ των υστέρων αυτά που θα έπρεπε να έχουν αποκλειστεί εξαρχής όπως μας λένε. Επομένως η μόνη λύση είναι η απόσυρση των δυο ΦΕΚ».
«Από εκεί και μετά, το άλλο που ρωτάτε συνδέεται με το αν η Κυβέρνηση θέλει και μπορεί, σήμερα πια που λέει ότι είμαστε εκτός μνημονιακών υποχρεώσεων -αν ισχύει αυτό, εγώ πιστεύω ότι είμαστε ακόμη σε επιτροπεία- αν μπορεί να συγκρουστεί και να πει ότι ανακαλώ τις αποφάσεις αυτές και σας δίνω κάτι άλλο. Τι άλλο… Από εκεί και μετά είναι ζήτημα τι θα δούμε στα αντισταθμιστικά… Γιατί, κοιτάξτε, αυτά δεν δόθηκαν τυχαία, δόθηκαν για να φτιαχτεί ένα ποσό των 50 δισ. Δεν είναι απλώς δίνω – παίρνω και τα λοιπά. Δόθηκε για να φτιαχτεί ένα ποσό 50 δισ. που είναι η εγγύηση του δανείου. Είναι υποθήκη. Αν αυτό πολιτικά είναι εφικτό, εξαρτάται όχι από τις αντιδράσεις του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων αλλά από των τοπικών κοινωνιών, της συνολικής κοινωνίας απέναντι σε μια πολιτική που δεν καταστρέφει μόνο τις ζωές μας και το μέλλον μας αλλά καταστρέφει και παραδίδει τη δημόσια περιουσία και ειδικά τα μνημεία στη διαχείριση ξένων», ανέφερε ο κ. Γκότσης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση.
Ο ίδιος αναφέρθηκε στο ιστορικό του ζητήματος, σημειώνοντας ότι «βρισκόμαστε, δυστυχώς, μπροστά σε ένα μείζον ζήτημα πολιτικό, που έχει επιπτώσεις στο μέλλον της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου σε ό,τι μας αφορά και βεβαίως στην εκποίηση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου που συμπεριλαμβάνει γυμναστήρια, γήπεδα, σχολεία, νοσοκομεία και τα λοιπά, το οποίο βεβαίως ευρύτερο ζήτημα πολιτικής διαχείρισης των μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας, διότι περί αυτού πρόκειται. Δεν πρόκειται για μια τυχαία απόφαση. Στις 14 Ιουνίου 2018 ζητήθηκε από τον εκπρόσωπο του Υπερταμείου, από την κυβέρνηση κατατέθηκε ένα αίτημα, για να παραδοθούν ακίνητα, που να ενταχθούν στο Υπερταμείο. Στις 18 Ιουνίου 2018 συνεδρίασε το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής, στις 19 Ιουνίου εκδόθηκε η απόφασή του σε ΦΕΚ, την ίδια μέρα εκδόθηκε σε ΦΕΚ η Υπουργική Απόφαση Τσακαλώτου με την περίφημη περιώνυμη λίστα των 10.119 κωδικών αριθμών, αγνώστων λοιπών στοιχείων μέχρι τότε και μέχρι τώρα στο σύνολό τους. Στις 20 του μήνα βγήκε η έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης, για το κλείσιμο της 4ης αξιολόγησης, που περίμενε προφανώς αυτή την απόφαση για να γράψει στο σημείο εκείνο ότι πράγματι έγινε αυτό που είχαν ζητήσει και κατέληγε λέγοντας ότι η Υπουργική Απόφαση Τσακαλώτου είναι ο νόμιμος τίτλος μεταφοράς των μνημείων στο Υπερταμείο. Την επόμενη μέρα έκλεισε η αξιολόγηση, όπως ξέρετε, 21 Ιουνίου. Αυτή που μας πήγε στην καθαρή έξοδο από τα μνημόνια και τα λοιπά».