Πολλές ερμηνείες διατυπώνονται για το γεγονός ότι το Κίνημα Αλλαγής, ενώ ξεκίνησε με τις καλύτερες προοπτικές, αναγκάζεται τελικά να οργανωθεί σχεδόν από την αρχή για να μπορέσει να προχωρήσει. Το καλύτερο στοιχείο της πρώτης εκκίνησης ήταν ο μεγάλος αριθμός των πολιτών που προσήλθε στην ψηφοφορία για την ανάδειξη αρχηγού. Το αρνητικό στοιχείο στη συνέχεια ήταν ότι ο τρόπος οργάνωσής του δε στηρίχτηκε στις δοκιμασμένες αρχές του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού αλλά στην καλή θέληση των ατόμων και αρχηγών κομμάτων που συμμετείχαν στο εγχείρημα.
Τα διάφορα όργανα δηλαδή, Κεντρική Πολιτική Επιτροπή, Νομαρχιακές Επιτροπές κ.λπ. δεν προέκυψαν πλειοψηφικά από τη βάση αλλά από μια λογική αναλογικής εκπροσώπησης σύμφωνα με τη δύναμη των κομμάτων. Αυτό θεωρητικά μπορεί να θεωρηθεί και πρόοδος. Η συνεννόηση δηλαδή, οι αμοιβαίες υποχωρήσεις και ο συμψηφισμός των διαφορετικών απόψεων στη λήψη αποφάσεων σε ένα πρωτόγνωρο εγχείρημα θεωρείται ότι είναι στοιχείο πολιτικής και όχι μόνο ωριμότητας. Δυστυχώς όμως αυτό δεν επιβεβαιώθηκε στην πράξη. Οι διάφοροι συμμετέχοντες σε επίπεδο κορυφής δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν, οπότε δεν υπήρχε τρόπος λήψης αποφάσεων. Έτσι οι ποικίλοι αρχηγοί απεχώρησαν σταδιακά με αποτέλεσμα η μόνη νομιμοποιημένη από τη βάση αρχηγός Φώφη Γεννηματά να αναγκαστεί να προκηρύξει ξανά οργανωτικές διεργασίες. Από αυτήν την περιπέτεια πρέπει κάποιοι να έμαθαν πολλά και όχι μόνο το ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ.
Η αποχώρηση των διαφόρων εταίρων έφερε ξανά στο προσκήνιο το ερώτημα του βέλτιστου τρόπου οργάνωσης ενός δημοκρατικού πολιτικού κόμματος και ιδιαίτερα αυτόν που ονομάζεται Δημοκρατικός Συγκεντρωτισμός.
Η έννοια του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού έχει παρεξηγηθεί πρώτον διότι δημιουργεί αρνητικούς συνειρμούς λόγω του όρου συγκεντρωτισμός και δεύτερον διότι έλκει την καταγωγή της από την κομμουνιστική ιδεολογία και πρακτική. Μέχρι τις αρχές του προηγούμενου αιώνα η οργάνωση των κομμάτων στηριζόταν κύρια είτε στις προσωπικές σχέσεις είτε στην οικογενειακή καταγωγή και τάξη ή στο επίπεδο του πλούτου. Σήμερα όμως έχει γίνει ευρέως αποδεκτή αυτού του είδους η οργάνωση και από τα λεγόμενα δημοκρατικά, αστικά ή σοσιαλιστικά κόμματα. Στη χώρα μας ειδικά μετά τη μεταπολίτευση εκτός του ΚΚΕ το πρώτο κόμμα που λειτούργησε βάσει των αρχών του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού ήταν το ΠΑΣΟΚ. Σήμερα τον Δημοκρατικό Συγκεντρωτισμό ακολουθούν σχεδόν όλα τα κόμματα με αποτέλεσμα να χάσει μεγάλο μέρος από την αρνητική του χροιά.
Χρησιμοποιώντας τη βοήθεια της Βικιπαίδειας μπορούμε να πούμε ότι το δημοκρατικό σκέλος του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού έγκειται στο γεγονός ότι όλα τα μέλη ενός κόμματος μπορούν να εκφράσουν τις απόψεις τους πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα ή στην εκλογή ενός συγκεκριμένου οργάνου ή γενικά στον τρόπο οργάνωσης του κόμματος, ή να είναι υποψήφια για οποιαδήποτε θέση. Δε στερείται δηλαδή από κανένα το δικαίωμα να εκφράσει άποψη και να ψηφίσει έτσι ώστε η άποψη του τελικά να γίνει πλειοψηφική. Αυτή η άποψη προχωράει προς τα ανώτερα όργανα ή εκλέγει τα ανώτερα όργανα μέχρι τον αρχηγό του κόμματος. Βέβαια στην πράξη υπάρχουν πάντα διαβαθμίσεις όσον αφορά τη συγκεντρωτικότητα. Είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης να προσπαθεί κάποιος να κρατήσει την εξουσία όταν την κατέχει.
Όταν ληφθεί όμως η συγκεκριμένη απόφαση όλα τα μέλη και τα όργανα έχουν την υποχρέωση να την ακολουθούν και τα κατώτερα όργανα να υλοποιούν τις αποφάσεις των ανωτέρων. Αυτό δημιουργεί το συγκεντρωτισμό αλλά δίνει και μια επί πλέον δυναμική. Ο τρόπος βέβαια αυτός έχει ίσως ως βασικότερο μειονέκτημα την αδυναμία της άποψης της μειοψηφίας να μπορεί να προχωρήσει. Από την άλλη μεριά όμως παρουσιάζει μεγάλη ανθεκτικότητα στη δυνατότητα διάβρωσης της από άλλες απόψεις.
Μια εξέλιξη του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού αποτελεί ο Δημοκρατικός Αποκεντρωτισμός που έχει δυο βασικά επί πλέον χαρακτηριστικά. Πρώτον την καθαίρεση των διαφόρων οργάνων όταν δεν λειτουργούν ή λειτουργούν υπερβαίνοντας τις αρμοδιότητές τους και η καθαίρεση αυτή είναι διαρκής και ανοιχτή ώστε να μην δημιουργείται μια καθεστηκυία κατάσταση και δεύτερον ότι προωθείται προς τα πάνω και η άποψη της μειοψηφίας.
Ένα αρνητικό παράδειγμα λειτουργίας του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού αποτέλεσε η πρόσφατη συμφωνία των Πρεσπών. Παρότι ήταν μείζον θέμα κανένα από τα κόμματα δεν ζήτησε την άποψη των μελών του για τη στάση που έπρεπε να τηρηθεί. Αντίθετα οι αρχές του Αποκεντρωτισμού επιβάλλουν όλες οι δύσκολες αποφάσεις να κατεβαίνουν στη βάση, όλα τα επιχειρήματα να αντιπαρατίθενται και στη συνέχεια με ψηφοφορία των μελών να λαμβάνεται η τελική απόφαση. Έτσι τα μέλη θα αισθάνονται ότι παίρνουν μέρος στη διοίκηση και δεν περιθωριοποιούνται πράγμα που αυξάνει τη συνοχή αλλά και τη διεισδυτικότητα τους στην κοινωνία. Η πλειοψηφική άποψη βέβαια δεν σημαίνει ότι είναι και ορθή. Σημαίνει απλά ότι πρέπει να γίνει αυτό που θέλουν οι πολλοί. «Οι ιδεολογίες επιδρούν στη διαμόρφωση της κοινωνικής συμπεριφοράς και αξιολογούνται κατά τρόπο λειτουργικό κι όχι σύμφωνα με το κατά πόσο είναι ή όχι αληθινές» (Μακιαβέλλι). Βέβαια παραμένει το ερώτημα ποιος είναι αυτός που θα αποφασίσει αν το συγκεκριμένο θέμα απαιτεί να κατέβει στα μέλη ή να ληφθεί από άλλο όργανο.
Στην περίπτωση τώρα του Κινήματος Αλλαγής ενώ η διαδικασία άρχισε με τη συμμετοχή όλων των μελών για την εκλογή του αρχηγού σταμάτησε μέχρι εκεί. Τώρα στην επανίδρυση στο τέλος του Μαρτίου οι αντιπρόσωποι για το συνέδριο έχουν εκλεγεί από τη βάση και αυτοί θα εκλέξουν την Κεντρική Πολιτική Επιτροπή. Έτσι θα έχει εξασφαλιστεί το δημοκρατικό αλλά και το συγκεντρωτικό μέρος αυτού του τρόπου οργάνωσης.
Η συμμετοχή βέβαια του απλού μέλους αποτελεί τη βάση και την εγγύηση της επιτυχίας και της καλής επανεκκίνησης. Στη συνέχεια όμως του βίου του κόμματος η λειτουργία του Δημοκρατικού Αποκεντρωτισμού κρίνεται απαραίτητη και ιδιαίτερα η προώθηση προς τα πάνω και της άποψης της μειοψηφίας.
Ο Δημοκρατικός Συγκεντρωτισμός αν και επιτυχημένος στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων δεν εξασφαλίζει από μόνος του την επιτυχία των στόχων ή την άνοδο ενός πολιτικού κόμματος στην εξουσία. Βασική προϋπόθεση για την εκκίνηση της διαδικασίας είναι ο πολιτικός σχηματισμός να έχει μια καθαρή ιδεολογία, να έχει μια πολιτική ένα μοντέλο δηλαδή διακυβέρνησης το οποίο είναι επιθυμητό σε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. «Η δέσμευση συνεπώς σε διακηρυγμένες ιδεολογικές και οργανωτικές αρχές αποδεκτές από όλους είναι εν των ων ουκ άνευ προαπαιτούμενο», (Βασιλειάδης). Αυτό το μεγάλο μέρος του πληθυσμού είναι αυτό το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για να εκκινήσει η διαδικασία και η περιχαράκωση του πολιτικού χώρου ο οποίος θα γίνει προσπάθεια στη συνέχεια να διευρυνθεί.
Όταν δεν υπάρχει αυτή η αρχική πολιτική περιχαράκωση και διαφοροποίηση δεν μπορεί να δημιουργηθεί συσπείρωση ή και αν δημιουργηθεί θα είναι για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Αυτό το βλέπουμε με τα κόμματα τα οποία εμφανίστηκαν τα τελευταία 30-40 χρόνια για ένα μικρό διάστημα και στη συνέπεια εξαφανίστηκαν. Το Κίνημα Αλλαγής έχει όλες εκείνες τις διακριτές πολιτικές έναντι των άλλων κομμάτων και η νέα του οργάνωση θα εξασφαλίζει τη δημοκρατική λειτουργία του αλλά και θα αυξήσει την περιχαράκωσή του και τη διεισδυτική του ικανότητα στην κοινωνία.
* Ο κ. Κώστας Μουντάκης είναι υποψήφιος βουλευτής Χανίων του Κινήματος Αλλαγής