Περπατώντας τις προάλλες στην πόλη είδε, από μακριά, τον Δημητράκη.
Τον Δημητράκη, παιδιά!
Τον Δημητράκη, τον… «σαλιάρη», που σε κάθε ευκαιρία μιλά, με περισπούδαστο ύφος εισαγγελέα και δικαστή ταυτόχρονα, για εξυπηρέτηση συμφερόντων!
Τον Δημητράκη, που, την ίδια ώρα, αποτελεί την επιτομή της εξυπηρέτησης λογής – λογής συμφερόντων, εδώ και πολλά χρόνια.
Τον Δημητράκη, τον… αναμαζωξιάρη.
Που τον «έκανε άνθρωπο» η πόλη που τον «αγκάλιασε» και τον φιλοξενεί.
Τον Δημητράκη, που θαμπώθηκε από τον ίσκιο του, αργά το απόγευμα.
Τον Δημητράκη, που εστήριζε τη Νέα Δημοκρατία στα… πατάρια.
Τον Δημητράκη, που βολεύτηκε οικογενειακώς με το ΠΑΣΟΚ.
Τον Δημητράκη, που, εσχάτως, εφόρεσε το ξεπλυμένο ροζ πουκάμισο του ΣΥΡΙΖΑ, εζώστηκε τα φυσεκλίκια και πυροβολεί προς πάσα κατεύθυνση με… αβολίδοτα.
Τον Δημητράκη, «όπου φυσάει ο άνεμος πάω»…
Τον Δημητράκη, που ήθελε να γίνει… διευθυντής, χωρίς πτυχίο!
Τον Δημητράκη, τον πολλά βαρύ, εκεί που τον παίρνει.
Τον Δημητράκη, που έχει το θράσος να παρουσιάζεται ως τιμητής των πάντων.
Με γλώσσα χυδαία, τσάμπα μαγκιά, μικρόψυχη συμπεριφορά και «φτηνούς» – απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς.
Ένα κακό σπυρί στον πισινό, που κατάντησε… απόστημα, με ευθύνη πολλών, οι οποίοι έχουν επιλέξει -ο καθένας για τους δικούς του λόγους- να κρατάνε το στόμα τους κλειστό.
Τα αποστήματα, βέβαια, πάντα σπάνε.
Αργά ή γρήγορα.
Είναι θέμα χρόνου.
Υγεία να έχουμε.
Κι εμείς και ο Δημητράκης.
Με αυτές τις σκέψεις συνέχισε ατάραχος τον πρωινό του περίπατο…