Δυο λωρίδες γης φυλάνε τα σύνορα της Ευρώπης. Χρυσή και Λεύκη, νησιά εξωτικά, με αμμοθίνες, άγρια, «λαμπυρίζουν» κάτω από τον ήλιο στις εσχατιές της Κρήτης, σα να δηλώνουν μόνα τους, πως είναι όπως τα νιώθουμε: δύο πολύτιμα και σπάνια «πετράδια» του Λιβυκού.
Αεροφωτογραφία της νοτιοανατολικής ακτής του Νησιού. Αναζητήστε την κοντά στο «Καταπρόσωπο»
Τέρμα νότος. Στα όρια Ευρώπης – Αφρικής, στην αγκαλιά του Λιβυκού Πελάγους, δύο ανόμοια μεταξύ τους νησιά μυρίζουν θυμάρι και «στάζουν» αλμύρα. Κρύβουν αρχαία κατάλοιπα και ανομολόγητα μυστικά.
Θαυμαστές, αμμουδερές παραλίες που αντανακλούν τις ακτίνες του ηλίου και προσφέρουν από καθόλου έως άπλετη σκιά. Ακόμα και τα ονόματά τους μοιάζουν. Το Γαϊδουρονήσι (ή Χρυσή) και το Κουφονήσι (ή Λεύκη) ανήκουν σε διαφορετικούς δήμους (Ιεράπετρας και Σητείας αντίστοιχα) κι είναι τόσο κοντά, μα στα αλήθεια, τόσο διαφορετικά.
Τι εστί Γαϊδουρονήσι;
«Αμμος, κέδροι και όλη μέρα μεσημέρι», είπε κάποτε ένας φίλος προς απάντηση κάποιου που διατηρούσε τις ανησυχίες του για το πώς περνούσαμε στο νησί. Το ομολογώ. Είμαι μια από τις φανατικούς λάτρεις του. Ελλείψει πάσης φύσεως κτισμάτων, ηλεκτρικού ρεύματος και νερού πάντως, δεν είναι και το πιο εύκολο μέρος για να μείνεις. Τυπικά, δε, η ελεύθερη κατασκήνωση απαγορεύεται δια ροπάλου.
Η βορειοανατολική άκρη της «Χρυσής» παραλίας. Στο βάθος διακρίνεται το βραχώδες τμήμα της αλλιώς γνωστής και ως Μπελεγρίνας
Αντε πες το αυτό στους ντόπιους. Πάνω στο νησί μεγάλωσαν. Εκεί έμαθαν να κάνουν διακοπές. Το έζησαν αγνό, πριν μπουν οι ομπρέλες, πριν τα καραβάκια αρχίσουν να πηγαινοφέρνουν χιλιάδες επισκέπτες. Μάλιστα, από την πολλή αγάπη που του ‘χουν, κατέληξαν να το αποκαλούν σκέτο «νησί».
Πώς να τους κόψεις μαχαίρι μια συνήθεια αγαπημένη, πώς να τους σταματήσεις να το νιώθουν «δικό τους», όχι με την έννοια της ιδιοκτησίας, αλλά της ευγενούς και απλόχερης κοινοκτημοσύνης; Είναι, άλλωστε, αυτοί που το διαφυλάττουν. Αυτοί που το σέβονται και το προσέχουν όταν οι Αρχές «κοιμούνται».
Αν αναρωτιέστε, για μένα αυτό είναι το νησί: να περπατάς ξυπόλυτος στην άμμο. Να ξαποσταίνεις στον παχύ ίσκιο λεβεντόκορμων, αιωνόβιων κέδρων. Να κάνεις μακροβούτια σε ατάραχα, γαλαζοπράσινα νερά και μετά, να στεγνώνεις στα κοχύλια της βόρειας παραλίας. Να καλωσορίζεις την όποια δύναμη του αέρα σε σώζει από την ηλίαση, μα όταν ο ασκός του Αιόλου ανοίξει για τα καλά, να ψάχνεις μανιασμένα για το καλύτερο απάγκιο.
Γέρικα, μα ακόμα δυνατά, τα κλαδιά των κέδρων στο Γαϊδουρονήσι
Να κάνεις λουτρά με άργιλο στις Βάγγες. Να βλέπεις τον ήλιο να σβήνει πίσω από τα βουνά της Κρήτης. Να χάνεσαι νύχτα στο δάσος του Χατζηβόλακα και να σ’ αρέσει. Να βλέπεις τη Χρυσή παραλία να βάφεται ασημένια όταν το φεγγάρι γεμίζει. Να τρωγοπίνεις βασιλικά, υπό το φως των κεριών. Να ζεις την αμέριστη φιλοξενία των ντόπιων και κάθε φορά να ανακαλύπτεις κάτι πιο όμορφο και διαφορετικό.
Το Γαϊδουρονήσι δεν είναι για όλους. Για όλους, όμως, αποτελεί έναν εξωτικό παράδεισο, ένα θαύμα της φύσης, ένα μέρος που θυμάσαι, έστω κι αν το έχεις δει μόνο μια φορά. Υπάρχουν και αυτοί που το μίσησαν. Αυτοί που δεν αντέχουν τον ήλιο, που απεχθάνονται τις «κακουχίες» και την αμμοβολή, που δεν ξέρουν πού ήρθαν και τι να περιμένουν.
Μια κουκκίδα στον χάρτη της Ελλάδας, στην απεραντοσύνη του Λιβυκού είναι η Χρυσή. Στη νοτιοανατολική γωνιά της χώρας, στα όρια της Ευρώπης, απέναντι από την Ιεράπετρα, στα 8 ναυτικά μίλια. Το επίσημο της όνομα μάλλον της δόθηκε για να μην αποθαρρύνονται οι τουρίστες. Αντίθετα, να μαγνητίζονται οι ξενόγλωσσοι κατά «ορδές» στο άκουσμα της διάσημης «Χρυσής παραλίας». Όπως και να ‘χει, της πάει «γάντι».
Καιρού επιτρέποντος η στενόμακρη λωρίδα γης αχνοφαίνεται στον ορίζοντα από την Ιεράπετρα. Πρέπει απλώς να ξέρεις τι ψάχνεις. Βρίσκεται εκεί 350.000 χρόνια τώρα, γέννημα της έκρηξης του υποθαλάσσιου ηφαιστείου που το δημιούργησε και απολίθωσε πολλά από τα 49 διαφορετικών ειδών κοχύλια που ζούσαν στα νερά της.
Σήμερα, τα εκατομμύρια, μικροσκοπικά, πολύχρωμα όστρακα όλο και λιγοστεύουν, κυρίως λόγω της κάκιστης -και καθ’ όλα απαγορευμένης- συνήθειας των ημερησίων, συνήθως, επισκεπτών να γεμίζουν σακούλες ολόκληρες για να πάρουν μαζί τους ενθύμια. Τα δώδεκα είδη που σώζονται αποτελούν και το μεγαλύτερο κομμάτι της αμμουδιάς της Μπελεγρίνας, της πιο εξωτικής, βόρειας ακτής.
Οσο για το περίφημο και σπάνιο κεδρόδασος, έναν από τους βασικότερους λόγους για τους οποίους το Γαϊδουρονήσι έχει ενταχθεί στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα προστασίας «Natura 2000», αυτό καταλαμβάνει έκταση 350 στρεμμάτων και καλύπτει το δημοφιλέστερο ανατολικό τμήμα του -όλου κι όλου- 5, 5 χλμ. μήκους νησιού. Πρόκειται για αληθινά θαυμαστό τοπίο, καθώς αφορά σε ένα είδος συγγενικό με αυτό του Λιβάνου.
Για τους λιγοστούς ίσκιους της Χρυσής παραλίας γίνεται μάχη. Οι επικρατέστεροι και τυχεροί, στο βάθος, βλέπουν να «αναδύεται» η Ιεράπετρα
Μιλάμε για ολόκληρα δέντρα, κάποια εκ των οποίων ξεπερνούν τα 10 μ. και αγγίζουν την ηλικία των 200 ετών! Οι κορμοί τους σχηματίζουν συμπλέγματα παράξενα, τα κλαδιά τους «ζωγραφίζουν» τα καλύτερα φωτογραφικά κάδρα και οι γέρικες ρίζες που περιπλέκονται μέσα και έξω από την άμμο τη συγκρατούν, δημιουργώντας τους εξίσου εντυπωσιακούς αμμόλοφους.
Απροσδόκητο αντίκρισμα για έναν ανεμοδαρμένο και τόσο άνυδρο τόπο. Μοναδική πηγή νερού, τα δύο από τα τέσσερα, κάποτε διανοιγμένα πηγάδια: το «λειψό» εντός κεδροδάσους, το άλλο, μισή ώρα περπάτημα προς το Χατζηβόλακα, δίπλα στο 13ου αιώνα εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, προστάτη των ναυτικών. Σημειώστε πως στις 6 Δεκεμβρίου, οπότε και γιορτάζει, «στήνει» πανηγύρι ολκής, τα καΐκια της Ιεράπετρας γεμίζουν προσκυνητές και το τσιμπούσι που ακολουθεί είναι άνευ προηγουμένου.
Τα δύο πηγάδια του νησιού τώρα, προσφέρουν υφάλμυρο νερό και ουχί πόσιμο. Μάλιστα αυτό είναι και το μεγαλύτερό εμπόδιο κατά την παραμονή σας εδώ, αφού θα πρέπει είτε να έχετε προνοήσει ή απλώς να χρυσώσετε την ταβέρνα του «Γρηγόρη».
Ιδού κάποια πράγματα που θα πρέπει να γνωρίζετε: Μόλις έρθετε αντιμέτωποι με την τεράστια ταμπέλα «Tickets to Chrissi», ξέρετε πως φτάσατε αισίως στην Ιεράπετρα. Δεν χρειάζεται να βιαστείτε και να αγοράσετε το απόκομμά σας εδώ. Εισιτήρια βγάζετε απευθείας από το λιμάνι (η απόσταση από τα ΚΤΕΛ και την είσοδο της πόλης είναι μηδαμινή και οι ταμπέλες άκρως κατατοπιστικές).
Ηλιοβασίλεμα με φόντο αυτοσχέδια γλυπτά
Τα καραβάκια εκτελούν δρομολόγια από μέσα Μαΐου έως τέλη Σεπτέμβρη, πρωί και μεσημέρι (10.30 & 12.30) – με δυστυχώς τσουχτερή τιμή που, όμως, περιλαμβάνει και την επιστροφή σας. Σε περίπου 45 λεπτά φτάνετε στον προορισμό σας, στο υπέροχα μικροσκοπικό και επίπεδο αμμώδες νησάκι.
Οσο πλησιάζετε, το σκούρο μπλε της θάλασσας παραδίδει τη σκυτάλη σε ολοένα πιο ανοιχτές αποχρώσεις. Διασχίζετε το στενό θαλάσσιο πέρασμα που σχηματίζουν Μικρονήσι και Χρυσή και «δένετε» στα δυτικά, έξω από το τουριστικό περίπτερο, τη μοναδική -προς το παρόν- ταβέρνα του νησιού (προμηθευτή νερού, φαγητού και τουαλέτας!) που εδώ και χρόνια λειτουργεί υπό την επωνυμία του γνωστού «Γρηγόρης Μικρογεύματα».
Από δω και πέρα είστε μόνοι σας, ελεύθεροι να κάνετε όποια εξερεύνηση θέλετε για περίπου 5 ώρες, οπότε τα καραβάκια παίρνουν τον δρόμο του γυρισμού. Καπέλο, αντηλιακό, νερό και πετσέτα είναι τα μοναδικά εφόδια που χρειάζεστε (έχουν σημειωθεί περιστατικά οικογενειών που έχουν «μπει» στο Νησί με καροτσάκι!) και καλό θα είναι να μην κουβαλάτε πολλά, αφού έχετε μπροστά σας ποδαρόδρομο και μάλιστα στη «δύσβατη», καυτή άμμο. Σηματοδοτημένα μονοπάτια υπάρχουν, οπότε αποκλείεται να χαθείτε. Πάντως, αν συμβεί κάτι τέτοιο, βάλτε μια «φωνή». Ολο και κάποιος θα φανερωθεί μέσα από τους κέδρους για να σας σώσει.
Στο Κουφονήσι, οι παραλίες είναι εξίσου εντυπωσιακές
Το σημαντικότερο: Φερθείτε έξυπνα και δείτε πώς φυσά ο άνεμος. Αν έχει βοριά, η Χρυσή παραλία δεν θα σας ανταμείψει και θα ξοδέψετε πολύτιμο χρόνο περιφερόμενοι στα δύο άκρα του νησιού. Σε αυτήν την περίπτωση οι επιλογές για μπάνιο είναι πολλές. Νότια οι τρεις Βάγγες, ανατολικά το Καταπρόσωπο και βορειοανατολικά το Φωκιόσπηλο είναι μερικοί από τους ειδυλλιακούς κολπίσκους που προσφέρονται.
Πεζοπορικές διαδρομές απείρου κάλλους θα ανακαλύψετε στο βορειοδυτικό τμήμα, εκεί που η άμμος είναι περισσότερο επίπεδη και περπατιέται πιο εύκολα. Θα δείτε ανθισμένα κρινάκια στο διάβα σας, τους «βόλακες», τους περίφημους μαυροκόκκινους βράχους που ονομάτισαν τον Χατζηβόλακα, ίσως κάποιο από τα λιγοστά εναπομείναντα κουνέλια, λιγότερο πιθανό πέρδικες, ακόμα και θολωτούς τάφους της ρωμαϊκής εποχής!
Στρώματα πεπιεσμένου χώματος, διαφορετικής σύστασης στο Κουφονήσι
Ακόμα δυτικότερα, πέρα από τον παλιό φάρο, τα ίχνη μινωικού οικισμού αναμένουν καρτερικά την ολοκλήρωση της έρευνας της αρχαιολογίας.
Ιστορικής σημασίας Κουφονήσι
Μια και μιλάμε για αρχαία, ας μεταφερθούμε στον ανατολικότερο προορισμό μας, το Κουφονήσι. Μεγαλύτερο εκ των τεσσάρων γειτόνων του (Μακρουλό, Στρογγυλό, Τράχηλα και Μάρμαρα) φαντάζει -και είναι!- απρόσιτο, καθώς τα δρομολόγια που κάποτε το συνέδεαν με τον Μακρύ Γιαλό (10 ν.μ. απόσταση) εδώ και τρία χρόνια έπαψαν να πραγματοποιούνται.
Μοναδικός τρόπος προσέγγισής αποτελεί κάποιο αδρά μισθωμένο θαλάσσιο ταξί ή φουσκωτό σκάφος φίλων και γνωστών, από το Γούδουρα ή το λιμανάκι του Αθερινόλακκου. Στην αρχαιότητα, το νησί ονομαζόταν Λεύκη και αποτελούσε μήλον της έριδος μεταξύ της αρχαίας Ιεράπυτνας (Ιεράπετρας) και της Ιτάνου, λόγω της μεγάλης στρατηγικής του σημασίας.
Κάτω από την καυτή άμμο, που επίσης σκεπάζει το μεγαλύτερο κομμάτι του, η αρχαιολογική σκαπάνη με επικεφαλής τον αρχαιολόγο Νικ. Παπαδάκη και με συνεχείς προσπάθειες που ξεκίνησαν το1976 ανέδειξαν έναν ολόκληρο αρχαϊκό κόσμο!
Στα βορειοδυτικα, απέναντι από το νησάκι Μάρμαρα ήρθε στο φως ένα άριστα διατηρημένο λίθινο θέατρο, με 12 σειρές εδωλίων και χωρητικότητα 1.000 ατόμων. Ακριβώς δίπλα, ορθώνονται τα ερείπια ρωμαϊκών λουτρών που λειτουργούσαν από τον 1ο μέχρι τον 4ο μ.Χ. αιώνα! Λίγο πιο πίσω, στα νοτιοανατολικά, είναι ο συνοικισμός όπου σώζονται τα ερείπια μιας έπαυλης με ένα επιβλητικό πρόπυλο και οκτώ κύρια δωμάτια, ένα εκ των οποίων χρησιμοποιούταν ως εργαστήριο κατεργασίας πορφύρας.
Το άγριο ανάγλυφο των βράχων αγκαλιάζει το Κουφονήσι
Βλέπετε, η Λεύκη αποτελούσε έναν από τους σπουδαιότερους σταθμούς εξαγωγής της ξακουστής βαφής, η οποία προέρχεται από το κοχύλι Murex trunculus, το οποίο είναι υπεύθυνο για το ομώνυμο βαθυκόκκινο χρώμα των αυτοκρατορικών υφασμάτων της Ρωμαϊκής Εποχής. Καθένα απέδιδε μόνο μία σταγόνα χρώματος, ενώ για μισό κιλό βαφής χρειαζόταν πάνω από 60.000 όστρακα. Αξίζει να προσθέσουμε πως πουλιόταν το βάρος του σε ασήμι!
Στη νότια ακτή, εκεί που κάποτε υπήρχε λατρευτικός ναός 18 μ. και ένα άγαλμα αγνώστου θεού ή θεάς ύψους 2.5 μ., θα δείτε τα ερείπια του φάρου που χτίστηκε το 1920, με τα εν λόγω δομικά υλικά και που, δυστυχώς, καταστράφηκε το ‘44. Θραύσματα του αγάλματος είναι ακόμα ορατά, ενώ σχεδόν σε όλη την έκτασή του εντοπίζονται ευρήματα που χρονολογούνται από τα προμινωικά μέχρι τα μεταβυζαντινά χρόνια.
Εμείς καταφέραμε και μπαρκάραμε με φουσκωτό από τον Γούδουρα. Βαρκάρης μας ο Γιώργος Σφενδυλάκης.Επίτιμος συνοδός ο Γιάννης Δρακάκης. «Παρέα» μας, ο ντάλα ήλιος, τα μηδέν μποφόρ, αλλά κι ένας ενθουσιασμός που πολλαπλασιάστηκε μόλις άρχισε να διαγράφεται το σητειακό ησυχαστήριο των ντόπιων.
Πρώτη μας «αποστολή», να κάνουμε τον γύρο του νησιού. Πρώτη εντύπωση: Η παντελής έλλειψη ίσκιου. Δεύτερη και εντονότερη: Αυτός ο τόπος έχει ύψος! Εχει βράχια επιβλητικά και σπηλιές, πολλές από δαύτες. Το ανάγλυφό του σε σχέση με τη Χρυσή είναι εμφανώς πιο άγριο και τα επιβλητικά τοιχώματα είναι πολλές φορές διάτρητα.
Μάλιστα, κάποια κοιλώματα της δυτικής ακτής είχαν χρησιμοποιηθεί ως ασκηταριά από μοναχούς, οι οποίοι χάραζαν πάνω τους σχήματα αγίων και λατινικές επιγραφές.Το πασιφανές γεγονός πως το νησί αυτό είναι σε πολλά σημεία του κούφιο κατά πάσα πιθανότητα οδήγησε μέχρι τη σημερινή του ονομασία…
Σε πρώτο πλάνο το αρχαίο θέατρο, που ονοματίζει και την ομώνυμη παραλία. Κάθε χρόνο διακρίνεται ολοένα και λιγότερο, λόγω άμμου και κατολισθήσεων
Μόνιμοι ιπτάμενοι συνοδοιπόροι μας οι ασημόγλαροι. άγρυπνοι «φύλακες» των δύσβατων, νησιώτικών ορίων, οι «ακρίτες» της Λεύκης. Για άλλους μόνιμους (κατοίκους) μην ψάχνετε. Συν τοις άλλοις, μοναδικό κτίσμα είναι το πέτρινο καταφύγιο -πια- των «ξωμεινάρηδων», χτισμένο από τον δήμο.
Εδώ, κάτω από το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου (σε τούτους τους ανεμοδαρμένους, γεμάτους υφάλους και ξέρες τόπους, ο Αγιος χρειάζεται πάνω από όλα!) βρίσκεται το ένα από τα δύο περισσότερο δημοφιλή σημεία κατασκήνωσης. Το δεύτερο σηματοδοτείται από τη χρωματιστή -«βαμμένη» με χιλιάδες βαθυπράσινες πέτρες- μοναδικής ομορφιάς αμμουδιά του αρχαίου θεάτρου.
Δεν χρειάζεται, βέβαια, να αναφέρουμε πως τα τιρκουάζ νερά και οι αναρίθμητες παραλίες καραδοκούν σε κάθε στροφή του τιμονιού, υποσχόμενα το τέλειο μπάνιο. Βρίσκεστε άλλωστε, σε ένα νησί που καταλαμβάνει έκταση 3.800 στρεμμάτων!
Στην παραλία του αρχαίου θεάτρου στο Κουφονήσι, οι βαθυπράσινες πέτρες «επισκιάζουν» τη χρυσή άμμο, βάφοντας μοναδικά το τοπίο
Οι χιλιάδελφοι βρήκαν κι αυτοί στο Κουφονήσι το κρυσφύγετό τους, ονοματίζοντας την ακτή όπου διατηρούν τις φωλιές τους, ενώ το άσπρο χρώμα της γης «βαφτίζει» τη θέση «Ασπρούγη». Κάπου εδώ τα λόγια περιττεύουν.
Κλισέ του στιλ «μια φωτογραφία ίσον χίλιες λέξεις» βγαίνουν από το συρτάρι και μόνο όταν περπατάς πάνω στους επιβλητικούς λόφους της αντιλαμβάνεσαι από τι είναι φτιαγμένοι.
Τα στρώματα πεπιεσμένου χώματος, διαφορετικής σύστασης και χρωμάτων, έχουν ραβδώσεις και δημιουργούν ένα άκρως εντυπωσιακό αποτέλεσμα. Περπατάμε ασθμαίνοντας στον κάποτε βυθό της θάλασσας, που όπως όλη η Κρήτη «ανέβηκε» στην επιφάνεια πριν από εκατομμύρια χρόνια. Αν είσαι από φύσης σου τυχερός και ψάξεις μες στη συμπαγή άμμο, λένε πως μπορεί να βρεις μέχρι και δόντι καρχαρία!
Εν απουσία χρόνου, σταθήκαμε σα μαγεμένοι πάνω από τα απολύτως ευδιάκριτα απολιθώματα -για κάποιους λείψανα φάλαινας, για άλλους παλαιολιθικού ζώου με χαυλιόδοντες!- που μέχρι στιγμής δεν έχουν εκτιμηθεί και δυστυχώς μεγάλο τμήμα τους έχει ήδη καταστραφεί από κατολισθήσεις.
Πηγή: thetravelbook.gr
Κείμενο: Ηλέκτρα Φατούρου
Φωτογραφίες: Ηρακλής Μήλας, Γιώργος Πατρουδάκης