Τα «επινίκια» της πολύ σημαντικής βράβευσης τού «Domus Renier Boutique Hotel» ως του καλύτερου ιστορικού ξενοδοχείου της Ευρώπης για το 2018 γιόρτασαν χθες το βράδυ, οι ιδιοκτήτριές του, Άρια και Λίτσα Παρασκευάκη, με δείπνο που παρέθεσαν, στο εστιατόριο «Ζέπος», στους συνεργάτες τους (αρχιτέκτονες, διακοσμητή κ.ά.), σε στενούς φίλους καθώς και σε ανθρώπους που έχουν συντελέσει, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, στην καλύτερη δυνατή προβολή του, προβολή που αντανακλά στην παλιά πόλη, αναβαθμίζοντας αισθητά το brand name των Χανίων στον τομέα του ποιοτικού τουρισμού.
Ήταν μια «ζεστή» και ευχάριστη βραδιά, παρουσία, μεταξύ άλλων, των αρχιτεκτόνων Αριστομένη και Γιώργου Βαρουδάκη και του διακοσμητή Γιώργου Χρυσοχόου, οι οποίοι συνυπογράφουν το συνολικό αποτέλεσμα των εργασιών αναπαλαίωσης του ιστορικού κτιρίου. Εργασίες που, ως γνωστόν, ξεκίνησαν στο τέλος του 2013 και ολοκληρώθηκαν τον Ιούνιο του 2016.
Το HANIA.news ήταν εκεί και είχε την ευκαιρία να μιλήσει με την κα Λίτσα Παρασκευάκη και με τους κ.κ. Αριστομένη Βαρουδάκη, Γιώργο Βαρουδάκη και Γιώργο Χρυσοχόου, τόσο για το βραβείο που έλαβε το «Domus Renier Boutique Hotel», όσο και για το τι αυτό «σηματοδοτεί» για τα Χανιά, χωρίς να λείπουν και οι αναφορές στην παλιά πόλη και το παλιό λιμάνι, που, όπως επισημάνθηκε, έχουν ακόμα πολλά περιθώρια βελτίωσης και αναβάθμισης.
Υπενθυμίζεται ότι το «Domus Renier Boutique Hotel» βραβεύτηκε από τη «Historic Hotels Worldwide®», που είναι μία παγκόσμια κοινότητα, η οποία εκπροσωπεί πάνω από 300 ιστορικά ξενοδοχεία σε περισσότερες από 34 χώρες. Παράλληλα, προωθεί τα πολιτιστικά ταξίδια σε ιστορικούς προορισμούς.
Η ΛΙΤΣΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΚΗ
Ιδιαίτερα χαρούμενη για τη βράβευση του ξενοδοχείου δήλωσε στο HANIA.news η κα Λίτσα Παρασκευάκη.
«Θέλω να είμαι απολύτως ειλικρινής. Όχι μόνο δεν το περίμενα, αλλά, αρχικά, δεν γνώριζα πόσο σημαντικό βραβείο είναι αυτό. Το εντυπωσιακό, και αυτό που κάνει ακόμη πιο σημαντική τη βράβευση του Domus, είναι τα ξενοδοχεία με τα οποία συναγωνίστηκε για το βραβείο. Ξενοδοχεία τεράστια από κάθε άποψη (ιστορικότητα, μέγεθος κ.ά.), που βρίσκονται σε πραγματικά ονειρικά μέρη. Όταν είδα τα πέντε άλλα ξενοδοχεία, σκέφθηκα ότι δεν θα μπορούσαμε να τα συναγωνιστούμε. Χαίρομαι που διαψεύστηκα. Ήμουν πάρα πολύ περήφανη για το Domus και τώρα είμαι ακόμη περισσότερο».
Η κα Λίτσα Παρασκευάκη σημείωσε ότι το συγκεκριμένο ξενοδοχείο σκοπό έχει να προσφέρει στους φιλοξενούμενους μία αξέχαστη εμπειρία διαμονής σ’ ένα περιβάλλον ιδιαίτερης αισθητικής, με εξαιρετικά υψηλού επιπέδου υπηρεσίες.
«Απευθύνεται στους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι επιλέγουν να πηγαίνουν σε ξενοδοχεία μικρά, με χαρακτήρα, ζεστασιά και ιδιαίτερες υπηρεσίες. Στο Domus το κόνσεπτ είναι πραγματικά ξεχωριστό. Νιώθεις σαν να είσαι φιλοξενούμενος σ’ ένα πάρα πολύ ωραίο σπίτι, με τον οικοδεσπότη να σε καλωσορίζει και το προσωπικό να είναι δίπλα σου κάθε φορά που το χρειάζεσαι, να σε εξυπηρετεί, να σου σερβίρει το πρωινό, που στηρίζεται στην κρητική διατροφή (παραδοσιακό γιαούρτι, μέλι θυμαρίσιο εξαιρετικής ποιότητας, φρέσκα φρούτα, αβγά με στάκα και διάφορα άλλα)… Αυτό, ουσιαστικά, ήθελα να κάνω. Από την εποχή που άρχισα να ταξιδεύω, έκανα… συλλογή ιδεών. Τα πράγματα που δεν μου άρεσαν ήθελα να μην υπάρχουν στο ξενοδοχείο, ενώ ήθελα να εντάξω σε αυτό όλα εκείνα που πραγματικά με έκαναν να νιώθω καλά. Και πιστεύω ότι το καταφέραμε».
Καταλήγοντας, η κα Λίτσα Παρασκευάκη αναφέρθηκε στο πόσο σημαντικό είναι το γεγονός ότι η ιστορικότητα του κτιρίου συνδυάζεται με υψηλή αισθητική και με τις νέες τεχνολογίες. «Είναι ένα επίτευγμα που πιστώνεται στους αρχιτέκτονες και στον διακοσμητή, οι οποίοι κατάφεραν, χωρίς να δημιουργήσουν ανισορροπία, το πάντρεμα του ιστορικού χαρακτήρα του κτιρίου με τις σύγχρονες τεχνολογίες, που κάνουν πολύ πιο εύκολη τη διαμονή για τους επισκέπτες μας».
Από αριστερά: Λίτσα Παρασκευάκη, Αριστομένης Βαρουδάκης, Γιώργος Χρυσοχόου, Άρια Παρασκευάκη, Γιώργος Βαρουδάκης
Ο ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ ΒΑΡΟΥΔΑΚΗΣ
«Προφανώς είμαστε χαρούμενοι. Ήταν αναπάντεχο. Η πιο ευχάριστη έκπληξη, όμως, ήταν όταν είδαμε ποια ήταν τα άλλα πέντε συνυποψήφια ξενοδοχεία για το συγκεκριμένο βραβείο. Και θεωρήσαμε ότι αν αυτό το ξενοδοχείο μπορεί να σταθεί δίπλα στα άλλα, σημαίνει αυτομάτως ότι αναβαθμίζονται και τα Χανιά ως ένας προορισμός με επισκέπτες που επιλέγουν ξενοδοχεία, εξαιρετικής αισθητικής, τα οποία παρέχουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες», επεσήμανε, από την πλευρά του ο αρχιτέκτονας Αριστομένης Βαρουδάκης.
Παράλληλα, αναφέρθηκε -απαντώντας σε σχετική ερώτηση- και στη συνολική εικόνα της παλιάς πόλης και του παλιού λιμανιού των Χανίων, σημειώνοντας ότι «επειδή είμαι ένας τακτικός περιπατητής -και πρωινά και βραδινά- στο λιμάνι και προσπαθώ να το δω ως επισκέπτης, θεωρώ ότι η γενική εικόνα είναι πολύ καλή. Ως αρχιτέκτονας, όμως, και ως γνώστης, στον βαθμό που μπορώ, του παρελθόντος της πόλης και του τι προϋπήρχε τις δεκαετίες ’50, ’60, ’70, θεωρώ ότι δεν έχουμε φτάσει σ’ ένα τέτοιο επίπεδο, ούτως ώστε να μπορούμε να διαχειριστούμε επιτυχώς αυτό που παραλάβαμε και να δούμε πώς θα το εξελίξουμε. Και νομίζω ότι εκεί πρέπει να δώσουμε τη μεγαλύτερη βαρύτητα», κατέληξε ο κ. Αριστομένης Βαρουδάκης.
Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΡΟΥΔΑΚΗΣ
Για μία «έκπληξη, ομολογουμένως», έκανε λόγο και ο αρχιτέκτονας Γιώργος Βαρουδάκης, τονίζοντας πως «δεν περιμέναμε, ειλικρινά, ότι θα φτάσει τόσο ψηλά, γιατί ξέραμε, ουσιαστικά, τους ανταγωνιστές. Τα ιστορικά ξενοδοχεία της Ευρώπης, αυτά που παρουσιάστηκαν τουλάχιστον ως συνυποψήφια, ήταν μεγαθήρια, όχι μόνο στον όγκο, αλλά τόσο στην ιστορικότητα, όσο και στην πελατειακή ανταπόκριση υψηλού επιπέδου. Επίσης, αυτό που μου προκάλεσε έκπληξη ήταν ότι τα μέρη που βρίσκονται τα άλλα ξενοδοχεία είναι πραγματικά μέρη, τα οποία έχουν μια βαθιά ιστορικότητα, τουλάχιστον για τα αναγεννησιακά και εντεύθεν χρόνια, όπως είναι η Σιένα, η Βενετία, η λίμνη του Κόμο. Το να τα παρακάμψεις όλα αυτά τα δεδομένα και να επιλέξεις ένα ξενοδοχείο, το οποίο βρίσκεται στην άκρη της Μεσογείου, σ’ ένα νησί που λέγεται Κρήτη, ένα νησί που έχει ταυτιστεί περισσότερο με μία βιομηχανία τουρισμού, που δεν έχει σχέση με τον πολιτισμικό τουρισμό, τον οποίο δέχονται η Βενετία, η Φλωρεντία, το Παρίσι, το Λονδίνο ακόμα (όλα αυτά τα μέρη έχουν ιστορικά ξενοδοχεία), αυτό πραγματικά ήταν κάτι ανατρεπτικό. Επίσης, το να επιλέξουν τα μέλη της Κριτικής Επιτροπής ένα ξενοδοχείο, το οποίο έχει μόλις 23 κλίνες, είναι αυτό καθ’ εαυτό μία έκπληξη. Άρα, τα κριτήρια τα οποία ώθησαν την Κριτική Επιτροπή προς αυτή την κατεύθυνση, σίγουρα ήταν ποιοτικά στοιχεία, τα οποία, εγώ τουλάχιστον, δεν φανταζόμουν ότι θα κρίνουν το τελικό αποτέλεσμα. Όταν διάβασα, όμως, με τι κριτήρια τα μέλη της Επιτροπής αποφάσισαν να δοθεί αυτό το πρώτο βραβείο, τότε κατάλαβα ότι πολύ μεθοδικά και πολύ βαθυστόχαστα επέλεξαν το συγκεκριμένο ξενοδοχείο».
Ο κ. Γιώργος Βαρουδάκης σημείωσε, ακόμη, ότι «το συγκεκριμένο ξενοδοχείο έχει κάτι πραγματικά ιδιαίτερο, σε σχέση με τα υπόλοιπα. Έχει ξεχάσει, πρώτα απ’ όλα, την τυποποίηση των δωματίων. Δεν υπάρχει τυποποίηση δωματίων. Υπάρχει διαφοροποίηση σε κάθε χώρο. Όταν βρίσκεσαι σε κάθε σημείο του ξενοδοχείου νιώθεις και διαφορετικά. Εισπράττεις μία διαφορετική αισθητική κι ένα αισθητικό ερέθισμα τέτοιο, που διαφοροποιείται από χώρο σε χώρο».
Καταλήγοντας, ο κ. Γιώργος Βαρουδάκης τόνισε πως «αυτό που μπορώ να πω είναι ότι με αυτόν τον τρόπο γίνεται μία υπεραναβάθμιση του πρεστίζ της πόλης και αυτού που λαμβάνει ο εκάστοτε μη γνώστης της πόλης των Χανίων, ο οποίος προσεγγίζει για πρώτη φορά την πόλη και αυτά που διαθέτει. Αναμφίβολα είναι μία βράβευση που αντανακλά και στην υπόλοιπη πόλη. Δεν είναι κάτι που αφορά μία ιδιωτική επιχείρηση και τους ιδιοκτήτες της. Αφορά γενικότερα την παλιά πόλη, το λιμάνι, το τι διαθέτει και το τι μπορεί, επίσης, στο μέλλον να διαθέτει. Άρα, οι προοπτικές που διαφαίνονται πάνω σε αυτόν τον τομέα, του ποιοτικού καταλύματος, του καταλύματος που ουσιαστικά ψάχνει ένας πολύ απαιτητικός πελάτης, είναι σημαντικές καθώς είμαστε μέσα πλέον σε αυτή τη λέσχη των πόλεων, που διαθέτουν πραγματικά τέτοια καταλύματα. Προσωπικά, μπορώ να πω ότι δεν είμαι περισσότερο υπερήφανος ως αρχιτέκτονας, αλλά περισσότερο υπερήφανος ως χανιώτης μέσα από αυτή τη βράβευση».
Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ
«Δεν το περίμενα. Δεν περίμενα την πρώτη θέση, τουλάχιστον. Περίμενα μία θέση, αλλά όχι την πρώτη», σημείωσε ο διακοσμητής Γιώργος Χρυσοχόου, σπεύδοντας, ωστόσο, να προσθέσει: «Αλλά μετά το σκέφθηκα και το δικαιολόγησα ως εξής: μέχρι τώρα τα μέλη της Κριτικής Επιτροπής έβλεπαν μεγάλα παραδοσιακά ιστορικά ξενοδοχεία αυτά τα κλασικά μπαρόκ, όπως ήταν στο παρελθόν, ενώ εδώ έγινε μία άλλη μεταχείριση του παρελθόντος με το σύγχρονο design. Έγινε ένα πάντρεμα με πιο σύγχρονες αντιλήψεις, οπότε ήταν πιο αποδεκτό. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που το ξενοδοχείο έλαβε το πρώτο βραβείο. Ότι, δηλαδή, πέραν της αναμφισβήτητης ιστορικότητάς του, η Κριτική Επιτροπή είδε κάτι διαφορετικό απ’ όσα έβλεπε μέχρι τώρα. Εκεί εστιάζω την πρώτη θέση».
Ερωτηθείς αν τον προβλημάτιζε κάτι όταν ανέλαβε το απαιτητικό έργο της διακόσμησης του ξενοδοχείου, ο κ. Χρυσοχόου σημείωσε ότι «ο μόνος προβληματισμός μου ήταν το πώς θα τα βρω με τους αρχιτέκτονες. Αυτό, όμως, αποδείχθηκε πολύ εύκολο. Συνήθως ο καθένας έχει τη δική του πορεία και τη δική του αντίληψη και σκέψη. Όμως είχαμε πολύ καλή συνεργασία. Ο Αριστομένης και ο Γιώργος Βαρουδάκης ήταν πολύ σωστοί σε όλη τη συνεργασία».
Ο κ. Χρυσοχόου τόνισε, ακόμη, ότι «μακάρι όλοι να λειτουργούσαν όπως λειτούργησαν οι ιδιοκτήτριες, αλλά και όπως η συνεργασία που είχα με τους αρχιτέκτονες, για να δώσουμε αυτή τη νέα αναβάθμιση στο παλιό λιμάνι. Καλό το παρελθόν, αλλά θα πρέπει το παρελθόν να συνδέεται με το μέλλον. Δηλαδή θα πρέπει όλοι εδώ να αναβαθμίσουν το παλιό λιμάνι, γιατί το παλιό λιμάνι έχει πολύ μεγάλη αξία. Μα πάρα πολύ μεγάλη αξία», επεσήμανε και τόνισε την ανάγκη να υπάρξει μεγαλύτερη αλληλεγγύη και συνεργασία μεταξύ των επιχειρηματιών της παλιάς πόλης και του παλιού λιμανιού. «Δυστυχώς υπάρχουν προβλήματα μεταξύ τους. Αυτό που λέμε για την κατσίκα του γείτονα… Υπάρχει ένας πόλεμος μεταξύ τους και δεν θα έπρεπε…», σημείωσε ο κ. Χρυσοχόου.
Καταλήγοντας, σημείωσε, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ότι «αυτό που με έλκει στην παλιά πόλη είναι η ομορφιά που υπάρχει. Ομορφιά που είναι πολύ κρυμμένη και δεν μπορεί ν’ αναδειχθεί επαρκώς μέχρι σήμερα, εξαιτίας αυτής της έντασης και της έλλειψης αλληλεγγύης και συνεργασίας».
ΤΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ
Υπενθυμίζεται ότι το εμβληματικό ξενοδοχείο «Domus Renier Boutique Hotel» στα Χανιά προστέθηκε το 2017 στον κατάλογο των Historic Hotels Worldwide, το επίσημο πρόγραμμα των ΗΠΑ Εθνικής Παρακαταθήκης για τη Διαφύλαξη της Ιστορίας, που αναγνωρίζει τα καλύτερα ιστορικά ξενοδοχεία στον κόσμο.
Το Μέγαρο Ρενιέ θεμελιώθηκε το 1608, όπως μαρτυρά η επιγραφή στην εντυπωσιακή αψίδα της εισόδου. Η κυριαρχία των Ενετών στην Κρήτη έληξε το 1699 με την οριστική επικράτηση των Οθωμανών, κατά την οποία το κτίριο υπέστη σημαντικές αλλαγές με κυριότερη την προσθήκη κλειστού εξώστη στον τρίτο όροφο. Αποτελεί κομμάτι της ιστορίας της ενετικής περιόδου των Χανίων, στενά δεμένο με κάποιους από τους πρωταγωνιστές της: τους Renier, έναν από τους μεγαλύτερους οίκους ευγενών της Βενετίας, που έζησαν σ’ αυτό το κτίριο. Διαθέτει 9 δωμάτια και σουίτες, όλα διαφορετικά μεταξύ τους, τα περισσότερα με θέα τον αιγυπτιακό φάρο. Κάποια έχουν ζωγραφιστά ταβάνια που συνάπτονται με την κρητική αναγεννησιακή περίοδο του κτιρίου.