Απαντήσεις στις απορίες που έχουν δημιουργηθεί για την πορεία του φαινομένου, αλλά και για το ζήτημα της… ονοματοδοσίας δίνει ο μετεωρολόγος Θοδωρής Κολυδάς, διευθυντής της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στο news247.gr
Ο κ. Κολυδάς αναλύει όχι μόνο το πώς θα εξελιχθεί το φαινόμενο τις επόμενες μέρες αλλά και λύνει ορισμένες απορίες που έχουν δημιουργηθεί όπως το τι συμβαίνει με την ονοματοδοσία μιας κακοκαιρίας, τι ισχύει με τις “μετεωρολογικές βόμβες” και πόσο μακριά μπορούν να “βλέπουν” οι προγνώσεις καιρού.
Γιατί η ΕΜΥ δεν δίνει ονόματα στις κακοκαιρίες;
«Τα ονόματα που δίνονται για τις κακοκαιρίες στο εξωτερικό και ειδικότερα για τις ευρωπαϊκές χώρες αφορούν κυρίως ανέμους, και βέβαια τηρούνται κάποιοι κανόνες. Στη Βρετανία και στην Ισλανδία που ξεκίνησαν είπαν ότι εάν οι ριπές των ανέμων προβλέπονται να ξεπεράσουν τους 130 κόμβους, ή η μέση ένταση των ανέμων είναι άνω των 60 κόμβων τότε θα βγαίνουν κάποιες προειδοποιήσεις. Έτσι σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία δίνονται ονομασίες στα χαμηλά που θα δημιουργήσουν προβλήματα από τον άνεμο.
Η ΕΜΥ χρησιμοποιεί ένα πανευρωπαϊκό σύστημα προειδοποιήσεων με κάποιους χρωματισμούς, το Meteoalarm. Στην Ελλάδα συμβαίνει πάρα πολλές φορές να έχουμε μελτέμια άνω των 8, 9 μποφόρ που ξεπερνούν τον πορτοκαλί συναγερμό. Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι μόνο για την ένταση των ανέμων – όπως εφαρμόζεται σε άλλες χώρες – θα έπρεπε να βγάζουμε κάθε λίγο και λιγάκι προειδοποίηση και ονομασίες.
Οι ονομασίες δίνονται για να ευαισθητοποιήσουν τον κόσμο για τα βαρομετρικά χαμηλά. Στη χώρα μας δεν υπάρχει ένας κανόνας για την ονοματοδοσία των χαμηλών – αυτή γίνεται τελείως αυθαίρετα, χωρίς να υπάρχει το βάθος των χαμηλών ούτε οι εντάσεις. Για αυτό τον λόγο η ΕΜΥ μετέχει στις ευρωπαϊκές επιτροπές μετεωρολόγων ώστε να μπουν κάποιοι κανόνες για την περιοχή της Κεντρικής και Ανατολικής Μεσογείου και αν θα πρέπει σε κάποια χαμηλά να δίνονται ονοματοδοσίες ή όχι.»
Επομένως υπάρχει μικρότερη συχνότητα τέτοιων φαινομένων σε άλλες χώρες;
«Σε ό,τι αφορά στους ανέμους ναι. Στην Ελλάδα έχουμε πολύ ισχυρούς ανέμους που αν τηρήσουμε το σύστημα Meteoalarm, θα πρέπει να βγάζουμε πολύ συχνά έκτακτες ανακοινώσεις.»
Ως προς τις βροχοπτώσεις, τις καταιγίδες;
«Στις καταιγίδες δεν έχουν ακόμη τεθεί κάποια κοινώς αποδεκτά όρια, τουλάχιστον για την Ανατολική Μεσόγειο. Συμμετέχουν όμως οι περισσότερες χώρες της Βαλκανικής, η Ιταλία, η Ελλάδα και η Κύπρος στον διεθνή οργανισμό Eumetnet και προσπαθούμε να βρούμε έναν κοινό παράγοντα. Γίνονται ακόμη διεργασίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο.»
Η Εθνική Μετεωρολογική των ΗΠΑ ωστόσο βαφτίζει σχεδόν όλα τα βαρομετρικά… Στη Γερμανία πληρώνουν οι πολίτες για να κλείσουν ονόματα.
«Στην Αμερική η ονοματοδοσία ξεκίνησε στις αρχές του 20ού αιώνα σε πολύ πιο εκτεταμένα βαρομετρικά χαμηλά που επηρεάζουν πάρα πολύ πολλές περιοχές, σε συστήματα δηλαδή που καλύπτουν περιοχές σε μέγεθος ίσου ή μεγαλύτερου της κεντρικής Μεσογείου. Μιλάμε για κυκλώνες ουσιαστικά που έρχονται από το Πράσινο Ακρωτήρι, μπαίνουν στον Ατλαντικό και επηρεάζουν κυρίως τη νοτιοανατολική πλευρά των ΗΠΑ. Η τάξη του μεγέθους τους είναι τελείως διαφορετική από αυτά που εκδηλώνονται συνήθως στη Μεσόγειο και την Ευρώπη. Ωστόσο στην Ευρώπη έχουν έρθει τέτοια μεγάλα συστήματα: για παράδειγμα η μετεωρολογική “βόμβα” που είχε δημιουργηθεί τον Γενάρη του 2004 που ήταν κατηγορία F2 από την κατηγορία των τυφώνων. Έχουν υπάρξει λοιπόν ανάλογα φαινόμενα που επηρεάζουν κατά καιρούς την Ευρώπη και την Ελλάδα αλλά όχι με πολύ μεγάλη συχνότητα.
Στη Γερμανία αυτή η διαδικασία έχει καθαρά εμπορικό χαρακτήρα. Ξεκίνησε το 1952 αν θυμάμαι καλά. Το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου το κάνει για να καλύψει κάποια έσοδα από τον προϋπολογισμό του και παράλληλα ικανοποιείται η ματαιοδοξία των ενδιαφερόμενων που θέλουν να δώσουν το όνομα της επιλογής τους σε ένα καιρικό σύστημα: Το βαρομετρικό υψηλό κοστίζει 300 ευρώ και το βαρομετρικό χαμηλό 200.»
Γνωρίζετε πότε ήταν η πρώτη φορά που δόθηκε στην ιστορία όνομα σε τυφώνα και γιατί;
«Η ιστορία λέει ότι στην Αυστραλία του 1903 ένας μετεωρολόγος είχε μεθύσει στη βάρδια του γιατί ήταν ερωτοχτυπημένος με μια κοπέλα, τη “Λάουρα”, η οποία δεν ανταποκρινόταν. Όταν ξέσπασε η κακοκαιρία, δεν είχε κάνει σωστά τις αναλύσεις των χαρτών και μάλιστα πάνω στο “L” (“Low” για χαμηλό βαρομετρικό) είχε σημειώσει “Laura”. Τον κορόιδευαν οι συνάδελφοί του όταν το είδαν. Από τότε, όταν σημειωνόταν μια κακοκαιρία, ο καθένας έβαζε ένα γυνακείο όνομα στην κακοκαιρία, άλλος της γυναίκας του, άλλος της πεθεράς του κτλ.
Η τάση αυτή μεταδόθηκε μέσα από τα συνέδρια σε όλη τη μετεωρολογική κοινότητα. Την υιοθέτησαν περισσότερο οι Αμερικανοί, οι οποίοι συνέχισαν την ονοματοδοσία βαρομετρικών χαμηλών με γυναικεία ονόματα. Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έδιναν ονομασίες A, B, C, D κτλ. ανάλογα με το αλφάβητο που χρησιμοποιούταν στα σήματα Μορς. Μετά, κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 διαμαρτυρήθηκε το φεμινιστικό κίνημα που δίνονταν μόνο γυναικεία ονόματα και ξεκίνησαν να χρησιμοποιούνται και τα ανδρικά. Σήμερα χρησιμοποιούμε άλλοτε ανδρικά ονόματα και άλλοτε γυναικεία. Άλλες ονομασίες βέβαια έχουν στην Αμερική, άλλες δίνει το Κέντρο Τυφώνων στην Ινδία, άλλες το Κέντρο στην Ιαπωνία…
Κάτι τέτοιο φιλοδοξεί να κάνει και η Ευρώπη, πρέπει όμως να υπάρχει ένας κοινός κανόνας, δεδομένου ότι έχει συμβεί και η περίπτωση το ίδιο βαρομετρικό να έχει πέντε διαφορετικά ονόματα από πέντε διαφορετικούς φορείς: Από τη Βρετανία μπορεί να δοθεί σε ένα χαμηλό ένα όνομα, μετά όταν περάσει στην επικράτεια της Γερμανίας να του δώσουν ένα δεύτερο και αν έρθει και στην Ελλάδα να πάρει ένα τρίτο. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κακοκαιρία “Ξενοφώντας”, ο οποίος έγινε “Ζορμπάς”. Αυτό δημιούργησε μια σύγχυση στον κόσμο.»
Τα ονόματα πώς επιλέγονται;
«Τυχαία. Απλώς το Αστεροσκοπείο είχε βγάλει ένα κανόνα πώς να γίνει η ονοματοδοσία χωρίς ωστόσο να συνεννοηθεί επ’ αυτού με την ΕΜΥ, όπως θα έπρεπε. Η ονοματοδοσία είναι μια τακτική προσφιλής προς τα μέσα ενημέρωσης. Τα media θέλουν κακοκαιρίες με ονόματα γιατί αυτό ανεβάζει τον αριθμό των κλικς, την τηλεθέαση κτλ.»
Το όνομα συνήθως προκαλεί δέος, φόβο ή μπορεί κάπως να “ωραιοποιήσει” ένα έντονο καιρικό φαινόμενο;
«Το όνομα έχει έναν βασικό επικοινωνιακό σκοπό: να κοινοποιηθεί ότι έρχεται μια κακοκαιρία. Από την άλλη μπορεί να προκαλέσει περισσότερο ενδιαφέρον ή και πανικό μερικές φορές από ότι πρέπει. Στη συγκεκριμένη κακοκαιρία που πλήττει τις τελευταίες ώρες την ανατολική Ευρώπη ξέραμε ότι θα φτάσει τα όρια της “μετεωρολογικής βόμβας” αλλά δεν θα περάσει πάνω από την Ελλάδα.»
Γιατί χαρακτηρίσατε την κακοκαιρία ως «μετεωρολογική βόμβα»;
«Είναι “μετεωρολογική βόμβα” γιατί στην περιοχή μεταξύ Σικελίας και Τυνησίας είχαμε πτώση της ατμοσφαιρικής πίεσης πάνω από 17 Milbar μέσα σε ένα 24ωρο. Πληρούσε άρα τα κριτήρια για να χαρακτηρισθεί ακραίο φαινόμενο, το οποίο όμως δεν πέρασε ποτέ πάνω από την Ελλάδα. Υπήρξαν βροχοπτώσεις αλλά ποτέ δεν ήρθε αυτούσιο το σύστημα στη χώρα μας για να δώσει πολύ έντονα φαινόμενα όπως είχε συμβεί αντίστοιχα πέρυσι με τον “Ζορμπά” που πέρασε και προκάλεσε πλημμύρες και μεγάλες καταστροφές.»
Πώς θα εξελιχθεί η κακοκαιρία τις επόμενες ημέρες.
«Η πιο ασφαλής πρόγνωση που μπορούμε να έχουμε γενικά είναι πάντα για τις επόμενες επτά με δέκα ημέρες και αυτή βασίζεται κυρίως σε ατμοσφαιρικά δεδομένα και όχι τόσο σε κλιματικά. Εικόνα υπάρχει και δίνεται από την υπηρεσία Copernicus στο πρόγραμμα EFFIS. Απλά καλό είναι να ξέρουν οι χρήστες ότι οι μακροπρόθεσμες προγνώσεις που βλέπουν και όλα τα αποτελέσματα είναι πειραματικά και δεν έχουν μεγάλα ποσοστά επιτυχίας. Πρέπει να είμαστε μετρημένοι με τις μακροπρόθεσμες προβλέψεις που δίνουν ακόμα και επίσημοι φορείς. Καλύτερα να βαδίζουμε περίπου στις επόμενες επτά με δέκα ημέρες, άντε με μια επέκταση 20ημέρου για την τάση του καιρού. Μέχρι εκεί.
Μέχρι το τέλος της εβδομάδας δεν προβλέπεται κάποιο ιδιαίτερο κύμα κακοκαιρίας: Φαίνεται τα καιρικά φαινόμενα να κινούνται ομαλά με λίγες μόνο τοπικού χαρακτήρα βροχές. Στις αρχές της επόμενης εβδομάδας το χαμηλό αυτό απομακρύνεται. Θα έχουμε κάποιες λίγες βροχές στα δυτικά και στα βόρεια τμήματα της χώρας. Μέχρι τα μέσα της ερχόμενης εβδομάδας δε φαίνεται κάποιο νέο ιδιαίτερα κύμα.»
Άρα δεν έχουμε εικόνα ακόμα για τον Δεκέμβριο;
«Όχι ακόμα.»
Η κλιματική αλλαγή βρίσκεται στο επίκεντρο των πολιτικών συζητήσεων, με τις επιπτώσεις τις να είναι εμφανείς σε διεθνή κλίμακα. Στην Ελλάδα τι έχουμε να περιμένουμε;
«Η κλιματική αλλαγή είναι κάτι το οποίο υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει πάντοτε. Δεν το ανακαλύψαμε τώρα το θέμα αυτό, επειδή όμως βλέπουμε συνεχώς την ιστορία δυστυχώς να επαναλαμβάνεται από πλευράς των κακοκαιριών, φαίνεται πως όποιες δράσεις και αν κάνουμε πολλές φορές δεν αρκούν. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι όχι μόνο στην αντιμετώπιση των κακοκαιριών και των πλημμυρών αλλά στην προειδοποίηση του πληθυσμού και στην ευαισθητοποίησή του. Εκεί πρέπει να επιμείνουμε. Δίνονται πάρα πολλά χρήματα πχ για τα αντιπλημμυρικά έργα – αγγίζουν γύρω στο μισό δισ. ευρώ. Αντίθετα τα μέτρα για την πρόληψη – κυρίως στο κομμάτι της ειδοποίησης μέσω των μετεωρολογικών ραντάρ είναι ακόμα πολύ πίσω. Το δίκτυο χρειάζεται βελτιώσεις. Στα θέματα της τηλεπισκόπησης σε ό,τι αφορά στους μετεωρολογικούς δορυφόρους πάμε σχετικά καλά. Χρειαζόμαστε ωστόσο την πληροφορία, το πόση βροχή περιμένουμε για να αντιμετωπίσουμε τις πλημμύρες από τα μετεωρολογικά ραντάρ που θα πρέπει πλέον να καλύπτουν όλη την ελληνική επικράτεια. Επίσης σε περιπτώσεις που αναμένονται πλημμυρικά φαινόμενα, πρέπει να δημιουργηθούν στα ρέματα ειδικοί υδρολογικοί σταθμοί, ώστε να μπορούν να σε προειδοποιήσουν αν θα έχουμε κάποια πλημμύρα ή όχι.
Αυτήν τη στιγμή η ΕΜΥ είναι γραμμένη στο EFAS, το ευρωπαϊκό πρόγραμμα προειδοποίησης πλημμυρών. Παίρνουμε προειδοποιήσεις και η ΕΜΥ και η Πολιτική Προστασία όταν έρχεται κάποια κακοκαιρία στη χώρα μας για το εάν θα υπάρχουν προβλήματα σε ορισμένα μεγάλα ποτάμια, αλλά για να αντιμετωπίσουμε μικρότερες πλημμύρες από χειμάρρους κλπ. πρέπει να εγκαταστήσουμε επιπλέον δίκτυα μέτρησης και καταγραφής των απορροών, οι οποίες μπορεί να δημιουργήσουν κάποια πιθανά προβλήματα.»