Διάβαση… τέλος στον ποταμό Κερίτη, στο ύψος του Αλικιανού.
Και τούτο διότι η πρώτη έντονη βροχόπτωση στην περιοχή –υπενθυμίζεται ότι τα μεγαλύτερα ύψη βροχής πανελλαδικά έπεσαν στην περιοχή του Αλικιανού κατά τη διάρκεια της νύχτας και έως τις 8.30 σήμερα το πρωί- «φούσκωσε» τον ποταμό ο οποίος παρέσυρε την πρόχειρη διάβαση που είχαν κατασκευάσει πριν από μερικούς μήνες, πολίτες και επιχειρηματίες της Δημοτικής Ενότητας Μουσούρων, με αποτέλεσμα τις τελευταίες ώρες να βρίσκονται σε εξέλιξη εργασίες για την απομάκρυνση των υλικών (σωλήνες, χώματα κ.λπ.) που είχαν τοποθετηθεί εντός του Κερίτη.

Η συγκεκριμένη διάβαση, που κατασκευάστηκε, ουσιαστικά, με την ανοχή των τοπικών – περιφερειακών Αρχών, εξυπηρέτησε εκατοντάδες οικογένειες της ευρύτερης περιοχής, οι οποίες δεν χρειάζονταν να μεταβαίνουν στον Αλικιανό, στον Βατόλακκο και σε άλλα χωριά μέσω του περιφερειακού δρόμου, με ό,τι αυτό θα συνεπαγόταν αναφορικά με τους χρόνους που θα απαιτούνταν.
Σημειώνεται ότι μετά την καταστροφή της πρόχειρης διάβασης, δόθηκε στην κυκλοφορία η στρατιωτικού τύπου γέφυρα Bailey, που έχει τοποθετηθεί σε κοντινή απόσταση από την ιστορική γέφυρα του Κερίτη, η οποία κατέρρευσε τον περασμένο Φεβρουάριο.
Η γέφυρα του Κερίτη ήταν ένα από τα εμβληματικά έργα της περιόδου της Κρητικής Πολιτείας με προϋπολογισμό για την «κατασκευήν γέφυρας (και κοιτοποίησιν) εν τω ποταμώ Καιρίτη» 45.000 δραχμές, ήταν ένα από τα πολλά έργα εκσυγχρονισμού, μετά από μακροχρόνια εγκατάλειψη της Κρήτης από τους Οθωμανούς», όπως αναφέρει ο αρχαιολόγος Μιχάλης Ανδριανάκης, επικαλούμενος το βιβλίο της αρχιτέκτονος Χρυσούλας Τζομπανάκη«Η Αρχιτεκτονική στην Κρήτη. Περίοδος των Νεότερων χρόνων», «τόμος Α1 19ος αι. και περίοδος της Αυτονομίας», Ηράκλειο 2005.
«Η εντυπωσιακή για το μέγεθος και τη μορφή της γέφυρα, έχει τρία τόξα και μήκος 90 μέτρα. Η κατασκευή των εξωτερικών επιφανειών της είναι ιδιαίτερα επιμελημένη και ισχυρή, από λαξευτό πωρόλιθο και με την τεχνική του pugniato (δημιουργία μεγάλων αρμών ανάμεσα στις πέτρες), που έχει τις αρχές της στα χρόνια της όψιμης Βενετοκρατίας και έχει επιβιώσει στην αρχιτεκτονική της Κρήτης και στους επόμενους αιώνες, ενώ φανερές είναι και οι σύγχρονες νεοκλασικές επιδράσεις», όπως αναφέρεται στο βιβλίο.