Και ξαφνικά βρεθήκαμε κλεισμένοι στο σπίτι ελέω κορωνοϊού, να προσπαθούμε να συνδυάσουμε επάγγελμα, οικογένεια, καθημερινότητα με σύντομες δόσεις και διαρκείς εναλλαγές σε περιορισμένο χώρο. Αν ακόμα υπήρχαν ελάχιστες αμφιβολίες για το πόσο απαραίτητη είναι μια διαδικτυακή σύνδεση σήμερα, είναι σίγουρο ότι τις σάρωσε η πανδημία. Εταιρείες, οργανισμοί, υπηρεσίες, ομάδες όλων των μεγεθών προσπαθούν να προσαρμοστούν στην εικονική, κατανεμημένη εργασία, με την τηλεδιάσκεψη σαν βασικό εργαλείο γεφύρωσης της απόστασης.
Και ενώ το Skype κυριάρχησε από το 2005 και μετά, όντας συνώνυμο της βιντεοκλήσης μεταξύ δύο χρηστών, οι τηλεδιασκέψεις με συμμετοχή πολλών χρηστών παρέμεναν άπιαστες για τους περισσότερους, απαιτώντας πανάκριβο και πολύπλοκο εξοπλισμό και λογισμικό. Αυτό άρχισε να αλλάζει αθόρυβα από την περασμένη δεκαετία και, εκμεταλλευόμενες την πρόοδο σε υπολογιστική ικανότητα και ταχύτητα σύνδεσης στο διαδίκτυο, οι τηλεδιασκέψεις σήμερα αποτελούν υπόθεση ρουτίνας για τους περισσότερους χρήστες του διαδικτύου.
Και ενώ η τεχνολογία των τηλεδιασκέψεων προόδευε σταθερά, η προσοχή των περισσοτέρων ήταν στραμμένη στην ψυχαγωγία, με κύριο εκφραστή το βίντεο κατά βούληση (VOD/video on demand). H Netflix κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να γίνει και αυτή συνώνυμο της υπηρεσίας αυτής (αν και σε καμιά περίπτωση όσο το Skype για τις βιντεοκλήσεις). Η πιο σημαντική επίπτωση των υπηρεσιών VOD όμως ήταν ότι εδραίωσαν την ήδη υπάρχουσα ασυμμετρία στην καταναλωτική πρόσβαση στο διαδίκτυο. Οι ταχύτητες μετάδοσης δεδομένων από το διαδίκτυο προς τον καταναλωτή (download) είναι πολλαπλάσιες από τις ταχύτητες από τον καταναλωτή προς το διαδίκτυο (upload), με την ασυμμετρία να ξεκινάει από το 10:1 και να μεγαλώνει για τις πιο γρήγορες συνδέσεις. Το βίντεο είναι ο κύριος όγκος δεδομένων που διακινείται στο διαδίκτυο σήμερα και η ροή του γίνεται κυρίως από μεγάλες εταιρείες διανομής περιεχομένου προς τον καταναλωτή/θεατή – ή «πατάτα του καναπέ» (couch potato) στην καθομιλουμένη του κλάδου.
Σε αντίθεση με το VOD καθώς και τις περισσότερες άλλες εφαρμογές κατανάλωσης περιεχομένου (π.χ., σερφάρισμα στο διαδίκτυο), όπου η κύρια τεχνολογική απαίτηση είναι η ταχύτητα της σύνδεσης προς τον καταναλωτή/θεατή/«πατάτα του καναπέ», η τηλεδιάσκεψη απαιτεί ταχύτητα μετάδοσης και προς τις δύο κατευθύνσεις, αλλά και αυξημένη αξιοπιστία και προβλεψιμότητα στη μετάδοση των δεδομένων μεταξύ των συμμετεχόντων στην τηλεδιάσκεψη και των διαμετακομιστών (server) της πλατφόρμας τηλεδιάσκεψης που χρησιμοποιούν.
Τις τελευταίες μέρες πέρασα αρκετές ώρες σε τηλεδιασκέψεις οι οποίες, παρόλο που δούλεψαν ικανοποιητικά για την πλειοψηφία των συμμετεχόντων, έδειχναν ξεκάθαρα ποιοι από τους συμμετέχοντες είχαν προβληματική σύνδεση. Έχοντας κάνει αρκετές τηλεδιασκέψεις με χρήστες στην Ελλάδα, οι έχοντες γραμμή σύνδεσης παλιότερης τεχνολογίας (ADSL αντί για το πιο σύγχρονο VDSL ή και τη σύνδεση με οπτική ίνα που άρχισε τελευταία να γίνεται διαθέσιμη) φαίνονται αμέσως, μιας και πολύ συχνά αναγκάζονται να συμμετάσχουν με ήχο μόνο, αδυνατώντας να στείλουν αξιόπιστα ήχο και εικόνα. Εδώ είναι χρήσιμο να επισημάνουμε ότι πολύ συχνά το πρόβλημα οφείλεται στην κακή ποιότητα της ασύρματης οικιακής σύνδεσης (WiFi), οπότε και συνιστούμε την ενσύρματη σύνδεση (ethernet) για τηλεδιασκέψεις, όπου αυτό είναι εφικτό.
Στις ΗΠΑ πολλοί πάροχοι (π.χ. Verizon FIOS) προσφέρουν συμμετρικές συνδέσεις σε οικιακούς χρήστες, προβάλλοντας το αυτό σαν συγκριτικό πλεονέκτημα. Καθώς όλο και περισσότερο οι οπτικές ίνες εκτοπίζουν τον χαλκό από τα δίκτυα πρόσβασης, η τάση αυτή θα μεγαλώνει. Ελπίζω να φτάσει σύντομα και στην Ελλάδα. Είναι κρίμα να μας υπενθυμίζει ο κορωνοϊός ότι το διαδίκτυο δεν φτιάχτηκε για τις «πατάτες του καναπέ».
* Ο κ. Μιχάλης Μπλέτσας είναι διευθυντής Πληροφορικής στο Media Lab του ΜΙΤ
Πηγή: economia.gr