«Σε ένα μήνα αυτός ο νέος ιός» (σ.σ.: νέος κορωνοϊός) «συμπεριφέρθηκε στην πατρίδα μας, όπως συμπεριφέρθηκε η γρίπη φέτος σε 3,5 μήνες, η οποία έχει αντίστοιχο αριθμό θανάτων, λίγο παραπάνω από 100. Και με εμβόλιο, με 1 εκατομμύριο ανθρώπους παραπάνω εμβολιασμένους».
Αυτό επεσήμανε σήμερα ο εκπρόσωπος Τύπου του Υπουργείου Υγείας για το νέο κορωνοϊό, καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας, απαντώντας σε σχετική ερώτηση. Το ερώτημα που δέχθηκε ο κ. Τσιόδρας ήταν το ακόλουθο: «Κύριε Καθηγητά, υπάρχει μεγάλη συζήτηση τελευταία παγκοσμίως, αναφορικά με τον αριθμό κρουσμάτων και θανάτων από την εποχική γρίπη, σε σχέση με τα κρούσματα και τις απώλειες από τη νόσο COVID-19. Μπορείτε να μας πείτε τα συγκριτικά δεδομένα που έχουν καταγραφεί παγκοσμίως, αλλά και στη χώρα μας, για το 2020; Τα συγκριτικά αυτά δεδομένα δικαιολογούν τα σκληρά περιοριστικά μέτρα; Και ποια θα είναι η αντιμετώπιση στο δεύτερο κύμα της πανδημίας;»
Απαντώντας, ο κ. Τσιόδρας σημείωσε ότι «έχει δίκιο η αγαπητή δημοσιογράφος που κάνει τη σύγκριση με τη γρίπη, γιατί είναι το πιο συχνό νόσημα του αναπνευστικού που αντιμετωπίζουμε κάθε χειμώνα και το οποίο πραγματικά οδηγεί σε απώλειες ζωής, οδηγεί σε νοσηλευόμενους σε ΜΕΘ, σε διασωληνωμένους και είναι ο κοινός παγκόσμιος εχθρός. Με εκτιμήσεις που είχαν δημοσιευτεί στο περιοδικό Lancet πριν μερικά χρόνια, είχαν υπολογίσει ότι άνω των 600.000 μπορεί να φτάνει αυτή η ετήσια απώλεια σε ανθρώπινες ζωές από τη γρίπη και με ένα εύρος βέβαια αρκετά μεγάλο, μερικών εκατοντάδων χιλιάδων. Θέλω να πω όμως εδώ ότι εδώ ήταν κάτι το διαφορετικό. Ήταν κάτι που με μεγάλη ταχύτητα, αστραπιαία κατά κάποιο τρόπο, διαδιδόταν στους πληθυσμούς, που, πρώτον, δεν είχαν ανοσία, δεύτερον δεν είχαν εμβόλιο να προστατευτούν και τρίτον, ακόμα και όταν δεν εμβολιάζεις, υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι υποστηρίζουν ότι υπάρχει μία μερική ανοσία σε αυτούς που έχουν περάσει γρίπη. Δεν είναι το ίδιο εδώ. Είναι ένας νέος κορωνοϊός. Δεν μας προσδίδουν κάποια ανοσία, κάποιο γνωστό κρυολόγημα που έχουμε περάσει στο παρελθόν ή γρίπη, γι’ αυτό τον σκοπό και δεν έχουμε εμβόλιο».
Ο κ. Τσιόδρας επεσήμανε ότι «αν δείτε τα δεδομένα της τελευταίας δεκαετίας για τη γρίπη, τα έχω δει προσεκτικά επ’ αφορμή και του κορωνοϊού, θα δείτε ότι είχαμε και εποχή που είχαμε φτάσει 400 διασωληνωμένους και 199 θανάτους σε όλη την περίοδο της γρίπης, έτσι; Που ξεκινάμε να την παρακολουθούμε στην Ελλάδα μας προς το τέλος του χρόνου, αρχές Ιανουαρίου και τελειώνει μέσα Απριλίου, τέλος Απριλίου. Άρα, σε ένα μήνα αυτός ο νέος ιός συμπεριφέρθηκε στην πατρίδα μας, όπως συμπεριφέρθηκε η γρίπη φέτος σε 3,5 μήνες, η οποία έχει αντίστοιχο αριθμό θανάτων, λίγο παραπάνω από 100. Και με εμβόλιο, με 1 εκατομμύριο ανθρώπους παραπάνω εμβολιασμένους. Άρα μας δείχνει αυτός ο ιός πόσο γρήγορα και επιθετικά διεισδύει σε μια κοινωνία και πώς οδηγεί ταχύτατα σε αναπνευστικές ανεπάρκειες και διασωληνώσεις στις ΜΕΘ, όπως μια γρίπη, αλλά σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Και φυσικά αν σε βρει εντελώς απροετοίμαστο σε διαλύει όπως έκανε σε άλλες χώρες».
Ο κ. Τσιόδρας τόνισε, ακόμη, ότι «η γρίπη είναι ένας σημαντικός εχθρός, ένας ετήσιος εχθρός. Και θα μας απασχολήσει πάρα πολύ και μας προβληματίζει πάρα πολύ ο σχεδιασμός για την επόμενη χρονιά και ήδη τον συζητάμε, όπως θα απασχολήσει και τον υπόλοιπο κόσμο. Τώρα, το άλλο που έχει σχέση με τη θνητότητα ανά περίπτωση της γρίπης που λένε μερικοί ότι είναι 0,1% και πόσο είναι αυτό το 0,1%, δηλαδή ένας στους χίλιους, και αν ισχύει το ίδιο για το νέο ιό ή αν είναι λίγο παραπάνω. Επειδή ακόμα όλα αυτά είναι εκτιμήσεις και πέντε φορές παραπάνω θνητότητα από τη γρίπη, δηλαδή από το 0,1 να πας στο 0,5 είναι εξίσου κακό, όσο πιο κοντά στη γρίπη είναι η θνητότητα του νέου ιού, τόσο καλύτερα είναι τα πράγματα, αλλά εξακολουθεί να είναι ένας ιός που δεν έχουμε μεγάλη ανοσία. Θα δούμε όμως περισσότερα γι’ αυτό, δεν μπορούμε να πούμε πολλά γι’ αυτό αυτή τη στιγμή, χωρίς να έχουμε αξιόπιστα τεστ αντισωμάτων, τα οποία να έχουν χρησιμοποιηθεί ευρέως σε πληθυσμούς. Πολύ λίγες μελέτες για αυτό προς το παρόν και οι περισσότερες, η αξιοπιστία των αντισωμάτων ακόμα δεν έχει εγκριθεί σε επίπεδο Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας».