“Ζούμε με τον κορωνοϊό και μαθαίνουμε μαζί του” υπογραμμίζει ο καθηγητής Ιατρικής Χρήστος Λιονής αναφερόμενος στην εξέλιξη της πανδημίας του κορωνοϊού, που βρίσκεται σε έξαρση με τους αριθμούς να είναι καθημερινά ανοδικοί, γεγονός που διαμορφώνει μια δύσκολη πραγματικότητα διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα.
Όπως εξήγησε ο καθηγητής Ιατρικής Χρήστος Λιονής μιλώντας στον ΤΕΑΜ FM, η χώρα “εκτέθηκε στον ιό” και κυρίως σε νεαρότερες ηλικιακές ομάδες του πληθυσμού, γεγονός ωστόσο που οδήγησε σε πιο ήπια εκδήλωση της λοίμωξης.
Ο ίδιος τόνισε πως οι μεγαλύτερες ηλικίες “μετά το lockdown σε μεγάλο βαθμό υιοθέτησαν διαφορετικούς τρόπους συμπεριφοράς και εξακολουθούν να μην κινδυνεύουν από τις μεγάλες επιπλοκές της λοίμωξης”, πρόσθεσε ωστόσο: “Παρακολουθούμε τον αριθμό των λοιμώξεων που είναι κυρίως σε μικρότερες ηλικίες και βεβαίως η μεγάλη αγωνία είναι να μην εκτεθούν εκείνοι οι οποίοι θα περάσουν σοβαρά τη λοίμωξη και φυσικά να μην έχει περάσει σε περιβάλλοντα, όπως οι κλειστές δομές όπου θα μπορούσε να είναι θανατηφόρα. Εκεί φροντίζονται άνθρωποι με πολλαπλή νοσηρότητα και χαμηλό επίπεδο ανοσίας”.
Την ίδια ώρα σημαντικά στοιχεία και νέα δεδομένα εισάγει διαρκώς η επιστημονική κοινότητα στα δεδομένα για τον κορωνοϊό, με τα νέα στοιχεία όπως προκύπτουν και από τις έρευνες της ιατρικής ομάδας του Πανεπιστημίου Κρήτης, να επικεντρώνονται στη συμπτωματολογία ιδιαίτερα στους νέους που έχουν περάσει ήπια τη νόσο.
Η Κρήτη κρατάει καλά
Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της πανδημίας στην Κρήτη, όπως εξήγησε ο κ. Λιονής “φαίνεται με βάση τους αριθμούς και την εικόνα να κρατάει καλά, και οι λόγοι είναι πολλοί”.
Συγκεκριμένα, ο καθηγητής ιατρικής εξήγησε πως η ερμηνεία των αριθμών ευρύτερα ενδέχεται να δημιουργεί ασάφεια και σύγχυση, ωστόσο εξετάζοντας επιμέρους παραμέτρους, ο ίδιος τόνισε: “Οι αριθμοί δεν είναι εύκολο να διαβαστούν ώς απόλυτες αναφορές. Διαβάζονται κυρίως όχι μόνο ως προς τον πληθυσμό που έχει μια περιοχή και τη σύνθεση του πληθυσμού και το είδος του πληθυσμού αλλά ενδιαφέρει να δει και τον βαθμό της έκθεσης. Αν κανένας ήθελε να κάνει μια πολύ σοβαρή ανάλυση θα έρεπε να πάρει τον πληθυσμό της Κρήτης στον παρονομαστή και να τον πολλαπλασιάσει επί τον χρόνο με τον οποίο κάθε άτομο της Κρήτης ήρθε σε επαφή με τον ιό. Αν υπολογίσει κανείς ότι η Κρήτη δέχτηκε εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες και μπορεί αυτό τον χρόνο να τον μετρήσει δίπλα στο κάθε άτομο και δει στη συνέχεια τον απόλυτο αριθμό έστω και με όρους διαγνωσθέντων, δηλαδή ατόμων που πήγαν στις μονάδες, στις υπηρεσίες ή έφτασαν στη ΜΕΘ ή ακόμη και πέθαναν, οι αριθμοί αυτοί είναι μικροί. Κρατάει καλά σε σχέση με την έκθεση, αν δει κανείς και άλλες περιφέρειες της Ελλάδας που να δέχτηκαν τόσο μεγάλο ιικό φορτίο από επισκέπτες. Έτσι κάποιος θα περίμενε, διότι δεν έχουμε εκτεταμένες αναφορές σε μελέτες, περισσότερες εισαγωγές στη ΜΕΘ και περισσότερους θανάτους. Αυτό λέει η απλή ανάλυση των αριθμών”.
ΨΥΧΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ, ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΗ ΧΡΟΝΙΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ
Παρά το γεγονός, ότι ο κορωνοϊός έχει επιβαρύνει αισθητά το σύστημα υγείας και έχει εύλογα μονοπωλήσει στον υγειονομικό χάρτη της χώρας, το βλέμμα θα πρέπει να στραφεί και σε επιμέρους επιπτώσεις της πανδημίας, όπως είναι οι ψυχική υγεία, αλλά και την πρόληψη και την ρύθμιση των χρόνιων νοσημάτων, που υποβαθμίζονται υπό την πίεση που δημιουργεί η πανδημία του κορωνοϊού.
Στις βασικές παραμέτρους που θα πρέπει να ανέβουν ξανά στη λίστα των προτεραιοτήτων είναι η έμφαση των ψυχικών επιπτώσεων της πανδημίας και η προσαρμογή στις σημαντικές αλλαγές που έχει επιφέρει στην καθημερινότητα, αλλά και η φροντίδα της συνολικής υγείας και ιδιαίτερα των χρόνιων νοσημάτων. Τα παραπάνω άλλωστε όπως εξήγησε ο κος Λιονής είναι συνδεδεμένα και με την λοίμωξη από κορωνοϊό, αφενός διότι οι ψυχικές επιπτώσεις δημιουργούν συνθήκες στρες συνεπώς νοσηρότητα, αφετέρου δε επειδή οι πάσχοντες με χρόνια νοσήματα παραμελώντας την ρύθμισή τους είναι πιο ευάλωτοι στον ιό.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο καθηγητής ιατρικής: “Αυτή τη στιγμή προσωπικά ανησυχώ από τις ψυχικές επιπτώσεις της πανδημίας. Δεν είναι λίγες και είναι σε όλες τις ηλικιακές ομάδες του πληθυσμού. Δεν είναι μόνο ο φόβος, η αγωνία που εμφανίζεται στην ιδέα ότι μπορεί κάποιος να κολλήσει τον ιό και να πάει στο Νοσοκομείο, αλλά είναι η αβεβαιότητα που δημιουργεί η ίδια η πανδημία, με όρους και οικονομίας και προοπτικής εργασίας αλλά και με όρους κοινωνικής ζωής.
Αυτή η επίδραση δημιουργεί ένα υπόβαθρό που ευνοεί την λοίμωξη γιατί δημιουργεί συνθήκες χρόνιου στρες, το οποίο από μόνο του μειώνει την άμυνα και το ανοσοποιητικό μας”.
Παράλληλα, ο κ. Λιονής αναφερόμενος για την φροντίδα της υγείας συνολικά υπογράμμισε: “Η υγεία μας όπως γενικά τη φροντίζαμε- που προσωπικά δεν ήμουν ευχαριστημένος από τις αποφάσεις που παίρναμε για τον συστηματικό έλεγχο της υγείας- είναι δεδομένο ότι έχει μείνει πίσω κυρίως στον έλεγχο, τα προγράμματα διάγνωσης του καρκίνου, τον έλεγχο των παραγόντων κινδύνου για το έμφραγμα και τη ρύθμιση χρόνιων νοσημάτων. Αισθάνομαι ότι θα καθυστερήσουν και την έγκαιρη διάγνωση οι παράγοντες αυτοί. Όχι μόνο επειδή στρέφουμε την προσοχή μας στον ιό, επειδή τα εισοδήματά μας μειώνονται με αποτέλεσμα και αυτά που θα διαθέταμε για την υγεία μας μειώνονται αλλά και γιατί γενικότερα οι υπηρεσίες υγείας αυτή τη στιγμή επενδύουν μεγάλο χρόνο και αρκετό από τον προγραμματισμό τους στην αντιμετώπιση του ιού. Αποτέλεσμα είναι όλες οι άλλες δραστηριότητες που αναλάμβαναν ή θα έπρεπε να αναλαμβάνουν να πηγαίνουν πίσω”.
Ιδιαίτερα σημαντική παράμετρος,όπως επεσήμανε ο κος Λιονής είναι η θωράκιση του συστήματος υγείας με υπηρεσίες που θα ελέγχους συστηματικά και όχι αποσπασματικά την υγεία του πληθυσμού και η οποία σήμερα με την έξαρση του κορωνοϊού, παραμερίζεται δίνοντας έμφαση στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Η ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΕΜΠΛΟΚΗΣ ΤΗΣ
Θετική εξέλιξη χαρακτήρισε ο κ. Λιονής, έστω και με καθυστέρηση την εμπλοκή των δομών Πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, στην διενέργεια μοριακών τεστ για τον κορωνοϊό, ωστόσο επεσήμανε πως σε σχέση με την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, “μένουν πολλά ακόμη να γίνουν”.
Ο ίδιος εξήγησε: “Στην υγειονομική επιτήρηση, υπάρχουν τέτοιες προτάσεις και από το πανεπιστήμιό μας, ώστε οι μονάδες αυτές να μην μένουν μόνο στις ιχνηλατήσεις οι οποίες είναι ευκαιριακές, αλλάζουν από περιοχή σε περιοχή και δεν μπορούν να δώσουν την πλήρη εικόνα για τον δείκτη υγειονομικής ασφάλειας. Αντίθετα η εμπλοκή των μονάδων πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας με έναν συστηματικό τρόπο και επιλεγμένο έλεγχο θα μπορούσαν να φτιάξουν ένα εξαιρετικό παρατηρητήριο το οποίο θα μπορούσε να βοηθήσει. Εμείς έχουμε καταθέσει την πρόταση, σκοπεύω να την καταθέσω και προσωπικά και ελπίζουμε να υιοθετηθεί. Η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει εξακολουθεί να είναι ανοχύρωτη στην Ελλάδα”.
Πηγή: goodnet.gr