Λίγο καιρό πριν ξεσπάσει η πανδημία, αναζητώντας με τον φίλο Αλέξανδρο, νέους φωτογραφικούς προορισμούς, «έπεσε» στο τραπέζι, μεταξύ σοβαρού και αστείου, ένα ταξίδι στην παγωμένη χειμωνιάτικη Βαϊκάλη.
Κάποια στιγμή (τυχαίο;) είδα τη δουλειά ενός Ρώσου φωτογράφου που διοργανώνει workshops στην περιοχή, από την οποία κατάγεται κιόλας.
Άρχισα λοιπόν να συνομιλώ με τον Βαντίμ μέσω των κοινωνικών δικτύων και αποφασίσαμε με τον Αλέξανδρο να το τολμήσουμε και να πάμε μέσα στο καταχείμωνο στη λίμνη. Η Βαϊκάλη είναι όμορφη όλο τον χρόνο, αλλά όταν παγώνει η επιφάνειά της μετατρέπεται σε κάτι το μοναδικό.
Το ταξίδι αναβλήθηκε τουλάχιστον μια φορά λόγω της πανδημίας, αλλά το καλοκαίρι που μας πέρασε και μόλις η Ρωσία ξεκίνησε να δίνει και πάλι τουριστικές βίζες, είπαμε το «τώρα ή ποτέ».
Τις μέρες των Χριστουγέννων η αγωνία μας έφθασε στο «κόκκινο», αφού η πανδημία κορυφωνόταν και η ανησυχία μήπως συμβεί κάτι και δεν καταφέρουμε να ταξιδέψουμε μας απασχολούσε έντονα.
Ευτυχώς η Ρωσία δεν έκλεισε τις πύλες της για τους κατοίκους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έτσι ένα απόγευμα στα μέσα του Ιανουαρίου προσγειωθήκαμε στη χιονισμένη Μόσχα.
Η πρωτεύουσα ήταν στολισμένη και φωταγωγημένη ακόμα για τα Χριστούγεννα, που λόγω Ιουλιανού ημερολογίου, γιορτάζονται 13 μέρες αργότερα. Το κρύο ήταν τσουχτερό, άλλωστε φέτος είναι ένας από τους πιο κρύους χειμώνες στη Μόσχα με χιονοπτώσεις ρεκόρ εικοσαετίας.
Οι περιορισμοί λόγω πανδημίας, μέχρι αυτή τη στιγμή που γράφω το κείμενο, είναι λιγότεροι στη Ρωσία, απ’ ό,τι π.χ. στην Ελλάδα. Η πρόσβαση σε όλους τους κλειστούς χώρους και στα μέσα μεταφοράς είναι ελεύθερη με μόνη υποχρέωση τη χρήση μάσκας. Υπάρχει μονάχα περιορισμός στις εισόδους στα μουσεία και τις πινακοθήκες που γίνεται μόνο με μοριακό τεστ 24ώρου.
Η Κόκκινη Πλατεία για τις μέρες των Χριστουγέννων είχε μετατραπεί σε ένα απέραντο παγοδρόμιο για μικρούς και μεγάλους, ένα μέρος χαράς και γιορτής.
Ακόμα και το Γκουμ, που υπάρχει από τη Σοβιετική Εποχή, το πολυκατάστημα δίπλα στην Κόκκινη Πλατεία είχε τον χαρακτήρα του και τις πανέμορφες γωνιές του για καφέ, ποτό και φαγητό.
Ειδικά το εστιατόριο του τρίτου ορόφου που λέγεται «Σταλόβαγια», δηλαδή «Τραπεζαρία», προσφέρει φαγητό παραδοσιακό και ιδιαιτέρως γευστικό και το συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όποιον βρεθεί στη Μόσχα.
Για την ευχάριστη και παραγωγική παραμονή μας στη Μόσχα φρόντισαν οι φίλοι μου Αλέξανδρος και Αντωνία, που ζουν πια εκεί μετά από πολλά χρόνια που έζησαν στην Αθήνα. Έχουν δημιουργήσει μια πανέμορφη οικογένεια και χαίρονται όταν συναντούν παλιούς Έλληνες φίλους τους.
Μετά από την τριήμερη παραμονή στη Μόσχα έφθασε η μέρα να την αποχαιρετήσουμε και να ταξιδέψουμε για το κυρίως σκέλος του ταξιδιού μας.
ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ
Η πτήση Μόσχα – Ιρκούτσκ διαρκεί κάτι περισσότερο από έξι ώρες, αφού το άλλοτε κέντρο συλλογής φόρων για το δέρμα από τους Μπουριάτες και εισόδου των αγαθών -όπως το τσάι από την Κίνα- βρίσκεται στην καρδιά της Σιβηρίας και κοντά στα σύνορα με τη Μογγολία.
Μια τετράωρη καθυστέρηση στο Σερεμέτιεβο, το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της Μόσχας, δε στάθηκε ικανή να μας χαλάσει την όρεξη που είχαμε να περπατήσουμε στην παγωμένη επιφάνεια της μεγαλύτερης αποθήκης γλυκού νερού στην Υφήλιο.
Στο Ιρκούτσκ μάς περίμενε ο αρχηγός ο Βαντίμ και τα υπόλοιπα μέρη της παρέας, τρεις έμπειροι Ρώσοι φωτογράφοι, η Αλίνα (συμβία του Βαντίμ) και ο σκύλος τους ο Umka, ένα νεαρό Golden Retriever.
Η Βαϊκάλη ανήκει στην επαρχία του Ιρκούτσκ (Ιρκούτσκαγια Όμπλαστ) και απέχει 220 χλμ. από αυτό, μόνο που χρειάζεσαι πέντε ώρες για να φθάσεις οδικώς.
Η λίμνη είναι απλώς τεράστια. Με μήκος σχεδόν 700 χλμ., πλάτος 70 χλμ και βάθος 1.680 μέτρα περιέχει περισσότερο από το 20% του γλυκού νερού όλης της Γης, το 90% του γλυκού νερού της Ρωσίας και αποτελεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς, προστατευόμενο από την Ουνέσκο.
Για να περιηγηθείς στη λίμνη και να φθάσεις στα πιο όμορφα σημεία για φωτογραφία καταλληλότερο μέρος για να μείνεις είναι το χωριό Χουζίρ στο νησί Ολκχόν.
Για να φθάσεις εκεί, με τη λίμνη παγωμένη, το πορθμείο εκτελείται από χόβερκραφτς.
Μπήκαμε όλοι μέσα σε ένα από αυτά και σε λίγα λεπτά, με πολύ γέλιο και καλή διάθεση ήμασταν ήδη απέναντι.
Το νησί είναι το μεγαλύτερο της λίμνης. Έχει έκταση 730 τετραγωνικά χλμ. και μήκος 71 χλμ. και από μόνο του είναι πολύ όμορφο, αφού μεγάλο μέρος του καλύπτεται από σιβηρικά δάση, αλλά έχει και εδάφη με βλάστηση τύπου στέπας. Παράλληλα, επειδή ανέκαθεν αποτελούσε προορισμό για εσωτερικό τουρισμό, ιδίως τα καλοκαίρια, έχει ικανοποιητικές υποδομές για διαμονή αλλά παραδόξως οι δρόμοι του είναι σε μαύρα χάλια…
Τα μικρά δωμάτιά μας στον ξύλινο ξενώνα στην άκρη του χωριού θα αποτελούσαν το ορμητήριό μας για τις επόμενες έξι μέρες στην παγωμένη Βαϊκάλη, στις όχθες της οποίας είναι κτισμένο το χωριό των 1.200 κατοίκων.
Το πρόγραμμα ήταν καθημερινά συγκεκριμένο. Πρωινό ξύπνημα νωρίς, επιβίβαση στο όχημά μας, ένα αμφίβιο 6×6 μάρκας Trekol και μετάβαση μέσω της παγωμένης λίμνης, σε κάποιο σημείο που θα είχε όμορφη ανατολή και κατάλληλο φως για φωτογραφίες.
Το κρύο καθημερινά ήταν τσουχτερό αλλά το περιμέναμε και ήμασταν κατάλληλα ντυμένοι. Άλλωστε μετά από τόσα ταξίδια στον Βορρά της Ευρώπης μέσα στον χειμώνα και εγώ και ο Αλέξανδρος έχουμε τον κατάλληλο εξοπλισμό.
Το μόνο καινούργιο αξεσουάρ που προσθέσαμε ήταν οι επιγονατίδες, που αποδείχτηκαν απαραίτητες στο να μετακινούμαστε γονατιστοί μέσα στα σπήλαια πάγου.
Η αίσθηση ότι πατάς στην παγωμένη επιφάνεια της λίμνης είναι μοναδική. Από σεβασμό στη λίμνη δεν θες να φορέσεις χιονοαλυσίδες με καρφιά στα παπούτσια σου ή να περπατήσεις με μπατόν. Απλώς μαθαίνεις να γλυστράς πάνω, να κρατάς ισορροπία και να γίνεσαι προέκτασή της.
Δεν κρύβω ότι απογοητευτήκαμε όταν είδαμε ότι σε μεγάλο μέρος της ήταν καλυμμένη με ένα λεπτό παγωμένο στρώμα χιονιού και ο πιο πολυφωτογραφημένος βράχος της Βαϊκάλης και ένας από τους ομορφότερους του κόσμου, ο περίφημος Dragon Rock, δεν ήταν στις συνθήκες που θέλαμε να τον φωτογραφίσουμε.
Μόνη παρηγοριά ότι ήμασταν μόνοι μας εκεί, αφού τις εποχές προ της πανδημίας δεκάδες φωτογράφοι, μέσα στα άγρια χαράματα, σπρώχνονταν για να βρουν μια θέση, για να φωτογραφίσουν το κατάλληλο κάδρο.
Βόλτα σε κάνα δυο σημεία ακόμα και επιστροφή στον ξενώνα μας για φαγητό, μικρή ξεκούραση και έξοδο για ηλιοβασίλεμα.
Τα κλασικά σημεία για φωτογραφία δεν είναι πολλά και καλύπτονται μέσα σε τρεις -το πολύ- μέρες.
Όμως επειδή η Βαϊκάλη είναι ένας ζωντανός οργανισμός, κάθε χρόνο που παγώνει είναι και διαφορετική.
Ιδίως οι σπηλιές, μέσα στις οποίες δημιουργούνται σχηματισμοί πάγων κάθε χρόνο, αλλάζουν δυναμικά, με μερικές από αυτές να είναι απίστευτα όμορφες.
Ο απόκοσμος ήχος από τα ρεύματα και τα κύματα κάτω από την παγωμένη επιφάνεια που με ακανόνιστη περιοδικότητα διέκοπτε τη νεκρική σιγή που επικρατούσε, χαράχτηκε πιστεύω για πάντα στη μνήμη μου.
Η λίμνη «διηγείται» την ιστορία της κι εσύ πρέπει να τη σεβαστείς.
Η μετακίνηση πάνω στην παγωμένη επιφάνεια ήταν εντελώς ασφαλής με το Trekol στα χέρια του Ίγκορ. Όταν ρώτησα τον Βαντίμ πόσα χρόνια ο συνομήλικός μου Ίγκορ κάνει αυτή τη δουλειά, αυτός με φυσικότητα μού απάντησε: όλη του τη ζωή.
Μετά τη δύση, επιστροφή, βραδινό στον ξενώνα μας, δυο λόγια για το πρόγραμμα της επόμενης μέρας και ύπνος πολύ νωρίς.
ΣΥΓΚΙΝΗΣΗ ΣΤΟΝ ΓΗΙΝΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
Το Ολκχόν είναι πολύ όμορφο και στο εσωτερικό του.
Παρθένα δάση καλύπτουν μεγάλο μέρος του, αλλά το καλό είναι ότι μπορείς να μετακινηθείς μέσα από δασικούς δρόμους από τη μια άκρη στην άλλη του.
Εκεί φυσικά το όχημά μας ήταν το UAZ-452. Το «bukhanka», δηλαδή το φραντζολάκι, επιβεβαίωσε τη φήμη που το συνοδεύει ότι είναι παντός δρόμου και φυσικά το καταλληλότερο όχημα για να μετακινηθεί μια μικρή ομάδα ανθρώπων στη Σιβηρία.
Ο Ίγκορ κι εδώ αποδείχτηκε οδηγός ανώτατου επιπέδου για οδήγηση 4×4 μέσα σε παγωμένο, στρωμένο με αρκετά εκατοστά χιόνι, δάσος.
Οι θερμοκρασίες ήταν χαμηλές. Σταθερά γύρω στους -18 ή -20 βαθμούς, εκτός από μια μέρα που η θερμοκρασία ανέβηκε στους -8. Εκείνη τη μέρα είπα στον Ανατόλι, τον μεγαλύτερο της παρέας και άνθρωπο που έχει ανέβει σε όλα τα βουνά της Ρωσίας, «σιβότνια ζάρκα», δηλαδή ζέστη σήμερα, και αυτός χαμογελαστός μου απάντησε: «Νιε Χόλαντνα», δηλαδή όχι κρύο. Η αίσθηση διέφερε όμως ανάλογα με το αν φυσούσε ή όχι και ανάλογα με τη σχετική υγρασία που παραδόξως, αν και σε λίμνη, ήταν χαμηλή.
Η πολύωρη έκθεση στο κρύο απλώς σου πάγωνε τα δάκτυλα των ποδιών και των χεριών, που αναγκαστικά ήταν και περισσότερο εκτεθειμένα για να χειρίζονται φωτογραφικές μηχανές, drone και τρίποδα.
Ένα πρωινό η μια μηχανή μου έσβησε εντελώς και ξαναγύρισε μετά στις εργοστασιακές ρυθμίσεις, το τηλέφωνο απλώς έσβησε με γεμάτη μπαταρία και το drone έκανε αναγκαστική προσγείωση.
Σίγουρα για να αντέξεις χρειάζεται να τρως καλά, και η Όλγα Βασίλιεβνα, η μαγείρισσα στον ξενώνα, φρόντιζε γι’ αυτό.
Με αυτά και με αυτά οι μέρες κύλησαν γρήγορα, βγάλαμε εκατοντάδες φωτογραφίες, εγώ που συνήθως βγάζω λίγες στα ταξίδια μου πέρασα τις 1.000!
Το τελευταίο πρωινό μας επισκεφτήκαμε ένα πάρκο για να αγναντέψουμε τους βράχους όπου κατά την παράδοση έμενε ο σαμάνος της Βαϊκάλης, να κάνουμε μια ευχή τυλίγοντας μια κορδέλα στους ξύλινους ιερούς πασάλους που υπάρχουν στην περιοχή και να σκεφτούμε πόση σημασία έχει για το μέλλον της ανθρωπότητας η διατήρηση αυτού του γήινου παραδείσου.
Γεμάτοι συγκινήσεις αποχαιρετίσαμε τη Βαϊκάλη, ενώ το ολιγάριθμο προσωπικό του ξενώνα παρατάχτηκε σε μια ασυνήθιστη κίνηση, ως ένδειξη σεβασμού, να μας κατευοδώσει.
Την τελευταία μας μέρα στη Σιβηρία την περάσαμε στο Ιρκούτσκ. Μια πόλη με πανέμορφο ιστορικό κέντρο, αρκετά ξύλινα σπίτια και παράθυρα κορνιζαρισμένα με εκπληκτικά όμορφες ξυλοκατασκευές.
Το φαγητό μας το βράδυ στο εστιατόριο Sobraniye Speshilova ήταν ξεχωριστό. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όποιον κάποια στιγμή επισκεφτεί το Ιρκούτσκ. Θα μου πείτε: το Ιρκούτσκ; Θα απαντήσω: γιατί όχι;
Η επιθυμία να γυρίσουμε σπίτι μας είχε γίνει πια έντονη. Μοριακό τεστ στο Σερεμέτιεβο της Μόσχας. Ακόμα κι εκεί τα κέντρα για τεστς ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια…
Ο Vadim Gvon αποδείχτηκε ιδιαίτερα οργανωτικός και φιλόξενος. Πλέον τον βλέπω σαν φίλο. Τον ευχαριστώ θερμά που μας έδωσε το έναυσμα να επισκεφτούμε τη Βαϊκάλη και να κάνουμε ένα φωτογραφικό ταξίδι ζωής.
Η επιστροφή στην Αθήνα έγινε με την κακοκαιρία «Ελπίδα» να ξεκινά. Στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» έκανε κρύο, αλλά τι να μας πουν οι 2 βαθμοί της Αθήνας σε σχέση με τους -20 της Σιβηρίας;
* Ο κ. Μανώλης Χουστουλάκης είναι ιατρός, ενδοκρινολόγος – διαβητολόγος και λάτρης της φωτογραφίας
1 Σχόλιο
Ωραία περιγραφή, εντυπωσιακές εικόνες!
Ταξιδέψαμε και εμείς μαζί!