Το φάντασμα του «τραμπισμού» επιστρέφει στην Ευρώπη και δεν είναι φάρσα. Μπορεί βέβαια και να μην έφυγε ποτέ, αν κρίνουμε από τους ποικίλους μιμητές του Τραμπ που δραστηριοποιούνται στο πολιτικό γίγνεσθαι διαφόρων χωρών, ευρωπαϊκών ή μη. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι ειδικά στην ευρωπαϊκή γειτονιά, η κατάσταση έχει αλλάξει ουσιωδώς τα τελευταία χρόνια.
Πράγματι, εκεί που δεν το φανταζόταν κανείς, η ευρωπαϊκή ήπειρος γνώρισε άλλον ένα πόλεμο. Τον ρωσο-ουκρανικό. Οι φόβοι επέκτασής του στις χώρες της Βαλτικής, μέσω της Λευκορωσίας -όπως αποκαλύφθηκε πρόσφατα από τη διαρροή εγγράφων του γερμανικού Υπουργείου Άμυνας- καταδεικνύει ότι ο κίνδυνος επέκτασής του είναι υπαρκτός. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, η Ευρώπη πρέπει να ετοιμάζεται να βρεθεί μόνη, εάν η στρατηγική του απομονωτισμού κυριαρχήσει στις εκλογές του φθινοπώρου στις ΗΠΑ.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η σαρωτική νίκη του Ντόναλτ Τράμπ στις προκριματικές εκλογές της Αϊόβα για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών θορύβησε αρκετούς, ιδίως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αναδεικνύοντας την ανάγκη χάραξης αυτόνομης στρατηγικής απέναντι στη Ρωσία. Μια στρατηγική που δεν είχε ούτε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ούτε μετά το πέρας αυτού ούτε και σήμερα.
Πόσο βάσιμος είναι αυτός ο φόβος; Εάν κρίνουμε από τη στάση που κράτησε ο Τραμπ κατά τη διάρκεια της θητείας του ως πρόεδρος των ΗΠΑ απέναντι στο ΝΑΤΟ είναι δικαιολογημένος. Εάν συνεξετάσουμε τις παράδοξα φιλικές -σε πολιτικό και διαπροσωπικό επίπεδο- σχέσεις που ανέπτυξε με τον Πούτιν είναι επιβεβλημένος. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτές τις ημέρες στο πλαίσιο του Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός, το ενδεχόμενο ανάκαμψης του Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, τον επόμενο Νοέμβριο, φοβίζει επιχειρηματίες και πολιτικούς.
Στο ίδιο πλαίσιο, δεν μπορεί να παροραθεί η ασθμαίνουσα υποστήριξη της Γαλλίας προς την Ουκρανία. Μετά την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η μόνη ισχυρή στρατιωτικά χώρα (πυρηνική υπερδύναμη) που απέμεινε είναι η Γαλλία. Ωστόσο, στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο δεν στηρίζει την Ουκρανία όσο θα αναμένετο, ούτε στρατιωτικά ούτε οικονομικά. Ειδικά στο πλαίσιο της οικονομικής στήριξης έχει διαθέσει μόλις 0,5 δισ. ευρώ, σε αντίθεση με τη Γερμανία που έχει υπερβεί τα 17,1 δισ. ευρώ σε παροχή στρατιωτικής βοήθειας. Ακόμη και η Ιταλία έχει προσφέρει περισσότερα (0,7 δισ. ευρώ).
Πέραν του γεγονότος ότι όλα τα ανωτέρω μας αφορούν γιατί είμαστε κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πόσο μας επηρεάζουν ειδικότερα ως χώρα; Δυστυχώς μας επηρεάζουν. Αρκεί να θυμηθούμε και να συγκρίνουμε πού βρίσκονταν οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις και πού οι ελληνοτουρκικές, επί προεδρίας Τραμπ και που βρίσκονται σήμερα…
* Ο κ. Αργύρης Αργυριάδης είναι δικηγόρος – πολιτικός αναλυτής