Αν κανείς θελήσει να συναντηθεί πραγματικά με τη σύγχρονη Ελλάδα, δεν χρειάζεται να κοπιάσει ιδιαίτερα μελετώντας σκυμμένος σε βιβλιοθήκες μελέτες, σύνθετες περιγραφές και δυσνόητες υποθέσεις. Ούτε έχει ανάγκη από κάποιον ξεχωριστό θεωρητικό εξοπλισμό για να κάνει βήματα κατανόησης της κοινωνίας που μέσα της ζούμε και καθημερινά ως πραγματικότητα εξελίσσεται δίπλα μας.
Αρκεί να σταθεί σε ένα πεζοδρόμιο. Να παρατηρήσει μια διάβαση πεζών. Να αφιερώσει λίγο χρόνο σε μια διασταύρωση. Να σταθεί και να παρατηρήσει. Ανθρώπους και αυτοκίνητα. Επιλογές και συμπεριφορές. Θα αποκτήσει αμέσως μια εικόνα για ττροχαους ανθρώπους, τις αντιλήψεις τους, την κοινωνική τους συνείδηση, τη θέση του κανόνα στη ζωή τους, τη στάση τους απέναντι στους άλλους, τον βαθμό αίσθησης της συνύπαρξης, την έννοια της Πολιτείας και του Νόμου στο μυαλό τους. Εκεί, στον τόπο της καθημερινής πολεμικής αντιπαράθεσης, θα συναντήσει ο φίλος μας, που θα μπει στη δοκιμασία αυτής της εμπειρίας, τον καθημερινό Έλληνα, θα φιλοτεχνήσει στη σκέψη το πραγματικό πορτρέτο αυτού του ανθρωπολογικού τύπου, που στον μεγάλο αριθμό, η πράξη του στους δρόμους είναι κατακτητική, σαν κάθε κυνικά αδιάφορου ξένου και περαστικού.
Καθημερινά ως ψυχρό στατιστικό δεδομένο μεταφέρεται σε προσωρινή κοινή γνώση το αποτέλεσμα αυτών των συμπεριφορών. Νεκροί, τραυματίες, ανάπηροι, ζωντανοί νεκροί οι συγγενείς πίσω. Τα δυστυχήματα και τα ατυχήματα στους δρόμους θα τροφοδοτήσουν την ειδησεογραφία και θα γεμίσουν χρόνο και σελίδες, σε μια συνήθεια καταγραφής και στιγμιαίας αποδοκιμασίας του φαινομένου. Ολοι γνωρίζουν ότι ο συμβιβασμός με το μέτωπο αυτό του καθημερινού θανάτου είναι βαθύς και αντίστοιχα το «πνεύμα του δρόμου» έχει σχεδόν οριστικά κερδίσει αφού μένει επιμελημένα ανέγγιχτο, όταν θα έπρεπε η μάχη απέναντί του να είναι επίμονη και πειθαρχημένη.
Αντίθετα. Στις παρέες το μέγα αυτό ζήτημα έρχεται συχνά στη συζήτηση. Μια συναίνεση επικρατεί. Συχνά και μια θλίψη σαν οφειλόμενη συγγνώμη στους νεκρούς, που η αδιαφορία, η απουσία της Τροχαίας, η ατμόσφαιρα ανομίας, όλα αυτά μαζί, έγιναν αιτία να χάσουν τη ζωή τους. Δεν υστερούν οι γνωστές εκπομπές που τυπικά στις ζώνες τους θα πουν δύο λόγια για την «κακή στιγμή», την «απώλεια ελέγχου» και τα σχετικά συνοδευτικά, χωρίς λέξη για την ευθύνη των ανθρώπων, που ως εν δυνάμει αιώνιοι θεατές τους παραμένουν υπό τη μέριμνα και την προστασία τους.
Η Ελλάδα που κατοικεί στους δρόμους αφήνει αδιάφορη – διαχρονικά – την κυβερνητική εξουσία. Και πάντως σε αναντιστοιχία με την απαιτητική και επείγουσα αυτή ανάγκη. Κυβερνητικοί αρμόδιοι στις οθόνες – συγκινημένοι δηλώνουν, καμιά φορά και συγκλονισμένοι – παρουσιάζουν στοιχεία, αριθμούς και συγκρίσεις. Μιλάνε για τα τροχαία στις οθόνες εξαντλούμενοι στην περιγραφή μιας τραγωδίας που συντελείται καθημερινά στους δρόμους, χωρίς συχνά τη συναίσθηση ότι αυτό το μέτωπο δεν παίρνει πια μετάθεση, δεν αντέχει άλλες αναβολές. Στους δρόμους, στις διασταυρώσεις και στις διαβάσεις, μια κοινωνία μιλάει για τον συνολικό εαυτό της.
* Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας
Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα «Το Βήμα»
1 Σχόλιο
Από χρόνια τώρα ισχύει αυτό και το κάνω όποτε μπορώ. Βγες μια μεγάλη βόλτα σε οποιαδήποτε πόλη κι άμα κουραστείς κάτσε σε ένα παγκάκι στο κέντρο κι αφέσου να παρατηρείς όσους/ες περνούνε από μπροστά σου. Θα μάθεις πολλά που θα γέμιζαν σελίδες βιβλίων, που δεν έχουν γραφεί ακόμη…