Στον αντίλαλο των τελευταίων πράξεων θανάτου του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης πείθονται και οι πλέον δύσπιστοι ότι κάθε προϊόν κρίσης φέρει το σπέρμα του τέλους μέσα του. Θα είχε αντέξει ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την ευπρεπή ήττα του 2019, αν η ιδεολογία δεν τον εμπόδιζε να αποδεχθεί τις ίδιες τις συνθήκες της ευκαιριακής ύπαρξής του και ότι η μη προσαρμογή στις αλλαγές αυτών των συνθηκών θα τον άφηνε παγερά πίσω τους. Τα επεισόδια τέλους των τελευταίων ημερών είναι η απόδειξη αυτής της αδυναμίας κατανόησης και αντίστοιχης δράσης.
Μετά από κάθε προσωρινό εντυπωσιασμό παρόμοιου είδους η πραγματική ζωή αφομοιώνει το ασήμαντο που αυτός ο εντυπωσιασμός αντιπροσωπεύει και το τοποθετεί γρήγορα στη ζώνη της ανυπαρξίας, ωσάν η πηγή του να μην υπήρξε ποτέ, ωσάν οι πρωταγωνιστές και το έργο τους να ήταν μια στιγμή συγκυρίας. Οπου μια φιλοσοφία σέχτας ενυπάρχει στη συνείδηση ενός πολιτικού σώματος, με βεβαιότητα θα προκύψει η διάσπασή του. Οι φύλακες της καθαρότητας θα κληθούν να «διορθώσουν» παρεκκλίσεις και λάθη αδιαφορώντας για μεθόδους και μέσα. Μοιραίο το τέλος.
Ολοκληρώνεται σιγά-σιγά το κενό στον χώρο της αντιπολίτευσης. Η διάσπαση στον ΣΥΡΙΖΑ και τα δύο μικρά κόμματα που θα τον διαδεχθούν συμπληρώνουν την άδεια θέση στη ζώνη της ανισορροπίας που περισφίγγει το πολιτικό σύστημα. Η ευρύτερη πολιτική αυτή συνθήκη περιμένει σαν πέτρα την κατεργασία της. Το ευπρεπώς συντηρητικό ΠαΣοΚ δεν μοιάζει να αντιλαμβάνεται την ανάγκη μιας ριζικής αντισυμβατικότητας, πέρα από τις κλασικές και μηχανικές αντιπολιτευτικές τακτικές, που αφήνουν στον χρόνο το βάρος της συνειδητοποίησης, όταν η πολιτική είναι μια μάχη ερμηνείας της συνθήκης, κατανοητής και εύληπτης επεξήγησής της, σε ένα μέτωπο που στην πρώτη γραμμή του η φανέρωση της πολιτικής φύσης του αντιπάλου αποτελεί την προϋπόθεση για όλα τα άλλα μέτωπα.
Η απουσία ορατού εναλλακτικού πολιτικού σχεδίου, έστω ως υπόσχεση στον μακρινό ορίζοντα, σφραγίζει αρνητικά τις ημέρες που διανύουμε. Επαναπαυμένη η κυβέρνηση στην εξωτερικά ευνοϊκή για αυτήν συνθήκη αφήνει τον χρόνο να χάνεται άπρακτος και ανεκμετάλλευτος αποφεύγοντας και μεταθέτοντας συνειδητά επείγοντα προβλήματα και ανάγκες. Αυτή η κυβερνητική ιδιοτελής χρήση του χρόνου βρίσκεται μέσα στον λόγο των κυβερνητικών στελεχών και ερμηνεύει τη βραδύτητα του κυβερνητικού σχήματος, σε έναν δρόμο μάλιστα που ο κατακερματισμός έχει αφαιρέσει κάθε εμπόδιο.
Αν η συντήρηση είναι η άρνηση της μεταβολής και η εναντίωση στις αναγκαίες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, κανείς οπαδός της δεν θα μπορούσε να φανταστεί συνθήκες πιο ιδανικές. Αν η πολιτική είναι σύγκρουση και η σύγκρουση είναι η αντανάκλαση μιας κοινωνίας ζωντανής, ο κατακερματισμός είναι η αφαίρεση αυτής της ζωτικής πλευράς και ο σχεδόν μηχανικός συμβιβασμός με την απουσία ελπίδας και προσδοκίας. Συμβαίνει σχεδόν πάντα. Αυτό στο οποίο οι υπαρκτές, μικρές και συμβατικές, πολιτικές δυνάμεις σε συνθήκη ακραίου κατακερματισμού αδυνατούν να ανταποκριθούν, συμβαίνει να το παίρνει στους ώμους της η ατομική συνείδηση και το βίωμά της πλέον να ορίζει αυτό ανεπηρέαστο και αυτόνομο το αντιπολιτευτικό έργο, που μια μέρα θα γίνει ψηφοδέλτιο στην κάλπη.
* Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας
Πρώτη δημοσίευση: Το Βήμα της Κυριακής