Αναστάτωση έχει προκαλέσει στον κλάδο των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην Ελλάδα η πρόσφατη αλλαγή πολιτικής της Airbnb, η οποία δεν επιτρέπει στους οικοδεσπότες να καθιστούν υποχρεωτική για τους επισκέπτες τη χρήση ξεχωριστών εφαρμογών ή ιστοτόπων – όπως πλατφόρμες για «έξυπνες κλειδαριές» (smart locks) – ως μοναδικό τρόπο πρόσβασης στο κατάλυμα.
Σύμφωνα με τη νέα πολιτική, τέτοια χρήση τρίτων εφαρμογών επιτρέπεται μόνο προαιρετικά και υπό αυστηρά περιορισμένες συνθήκες γεγονός το οποίο πάει πίσω την αγορά τουλάχιστον στην προ COVID εποχή.
Η απόφαση αυτή έχει ήδη προκαλέσει σοβαρές ανησυχίες τόσο στους διαχειριστές καταλυμάτων όσο και στους προμηθευτές τεχνολογικών λύσεων για τον κλάδο, καθώς θεωρείται ότι υπονομεύει βασικά στοιχεία της λειτουργίας των σύγχρονων καταλυμάτων, δημιουργεί νομικές ασυμβατότητες με την ελληνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία και αυξάνει σημαντικά τους κινδύνους ασφάλειας για τους Hosts και τους επισκέπτες.
Ασυμβατότητα με την ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία
Η νέα πολιτική φαίνεται να συγκρούεται άμεσα με κανονισμούς προστασίας προσωπικών δεδομένων και καταναλωτικών δικαιωμάτων που ισχύουν στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (GDPR), κάθε διαχείριση προσωπικών δεδομένων πρέπει να εξυπηρετεί θεμιτό σκοπό και να διασφαλίζει την ασφάλεια των δεδομένων. Οι πλατφόρμες έξυπνων κλειδαριών χρησιμοποιούν ελάχιστα στοιχεία (όπως όνομα, τηλέφωνο ή email) αποκλειστικά για λόγους ταυτοποίησης του επισκέπτη, προσφέροντας υψηλότερη ασφάλεια. Η απαγόρευση της χρήσης τους οδηγεί τους διαχειριστές σε λιγότερο ασφαλείς εναλλακτικές, ενδεχομένως εκθέτοντας τους ίδιους και την πλατφόρμα σε παραβιάσεις του GDPR αλλά και σε ποινικές και αστικές ευθύνες στην περίπτωση κλοπών ή τραυματισμών των επισκεπτών.
Παράλληλα, η Οδηγία 2011/83/ΕΕ για τα δικαιώματα των καταναλωτών προβλέπει ότι οι επισκέπτες πρέπει να ενημερώνονται με σαφήνεια για τους όρους πρόσβασης στο κατάλυμα πριν από τη σύναψη της σύμβασης. Εάν η πρόσβαση απαιτεί συγκεκριμένη μέθοδο (π.χ. mobile app), αυτή η πληροφορία πρέπει να γνωστοποιείται εκ των προτέρων. Ο νέος όρος της Airbnb περιορίζει τη δυνατότητα των οικοδεσποτών να εκπληρώσουν αυτή την υποχρέωση αν και στην πλατφόρμα της η Airbnb επιτρέπει στους Hosts να ενημέρωσουν τους επισκέπτες τους ότι παρέχουν αυτόματα check-in.
Επιπλέον, ο κανονισμός των πολυτακοικιών συχνά απαγορεύει ή περιορίζει την εγκατάσταση φυσικών λύσεων, όπως μεταλλικά κουτιά-κλειδοθήκες (lockboxes), σε κοινόχρηστους χώρους χωρίς ομόφωνη συναίνεση των συνιδιοκτητών. Σε πολλές περιπτώσεις, οι οικοδεσπότες αδυνατούν νομίμως να εγκαταστήσουν τέτοιες λύσεις και η απαγόρευση της χρήσης ψηφιακών μέσων αφήνει ως μοναδική εναλλακτική τη φυσική παράδοση κλειδιού – με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην αύξηση του λειτουργικού κόστους του Host.
Αντίφαση με την ψηφιακή πραγματικότητα και την ασφάλεια
Η τεχνολογία έξυπνης πρόσβασης έχει καταστεί πλέον βασικό εργαλείο του κλάδου, ιδιαίτερα μετά την πανδημία COVID-19, που καθιέρωσε τις ανέπαφες διαδικασίες ως κανόνα, με την Airbnb τότε να παραοτρύνει τους hosts να κάνουν την ψηφιακή μετάβαση για λόγους υγειονομικής ασφαλείας. Η δυνατότητα αυτόνομου check-in μέσω ηλεκτρονικών κλειδιών ή κωδικών δεν αποτελεί απλώς ευκολία, αλλά αναβαθμίζει την εμπειρία του επισκέπτη, μειώνει το λειτουργικό κόστος και ενισχύει την ασφάλεια.
Αντίθετα, η επιστροφή στη φυσική ανταλλαγή κλειδιών συνεπάγεται αυξημένη επιβάρυνση για διαχειριστές και επισκέπτες, ενώ πολλαπλασιάζει και τους κινδύνους. Τα φυσικά κλειδιά μπορούν εύκολα να αντιγραφούν χωρίς εξουσιοδότηση, όπως καταδεικνύουν και υπαρκτές υποθέσεις κλοπών ή παραβιάσεων. Αντίθετα, τα ηλεκτρονικά κλειδιά είναι προσωποποιημένα, χρονο-περιορισμένα, ανακλητά και παρέχουν καταγραφή χρήσης, στοιχεία που αυξάνουν δραματικά το επίπεδο ασφαλείας.
Οικονομική επιβάρυνση και νομικοί κίνδυνοι
Οι πρακτικές συνέπειες δεν είναι αμελητέες. Η απώλεια φυσικών κλειδιών συνεπάγεται άμεσο κόστος αντικατάστασης κλειδαριών (150€ έως 400€ ανά κλειδαριά στην Ελλάδα), ενώ σε πολλές περιπτώσεις απαιτείται επανακλείδωμα ολόκληρων πολυκατοικιών, αυξάνοντας περαιτέρω τα έξοδα. Εύλογα τίθεται το ερώτημα: ποιος θα επωμιστεί αυτά τα κόστη όταν προκύψουν λόγω της νέας πολιτικής; Η Airbnb δεν έχει αποσαφηνίσει αν αναλαμβάνει σχετική ευθύνη.
Ακόμη σοβαρότερα, αν συμβεί έγκλημα (κλοπή, επίθεση κ.λπ.) μετά από αντιγραφή φυσικού κλειδιού, ανακύπτει πιθανότητα νομικής ευθύνης για την Airbnb, η οποία με την πολιτική της ενδεχομένως έχει συμβάλει σε αύξηση του κινδύνου, παρά τις προειδοποιήσεις και την πρόβλεψη τέτοιων περιστατικών.
Ένα ζήτημα που ξεπερνά τα σύνορα της Ελλάδας
Αν και το ελληνικό νομικό και κτιριακό πλαίσιο δημιουργεί οξύτερα προβλήματα, παρόμοιες ρυθμίσεις ισχύουν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σε Ισπανία, Ιταλία και Γαλλία, η εγκατάσταση lockboxes σε κοινόχρηστους χώρους απαγορεύεται σε πολλές περιπτώσεις. Συνεπώς, η συζήτηση δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά αγγίζει την ευρύτερη ευρωπαϊκή αγορά.
Η νέα πολιτική της Airbnb, αν και πιθανόν να επιδιώκει την απλοποίηση της εμπειρίας επισκεπτών ή τη συγκέντρωση ελέγχου στην πλατφόρμα, φαίνεται να παραγνωρίζει τις νομικές, πρακτικές και τεχνολογικές ιδιαιτερότητες της ευρωπαϊκής αγοράς και ειδικά της ελληνικής πραγματικότητας. Διαχειριστές και επαγγελματίες του κλάδου καλούνται να διαχειριστούν ένα νέο τοπίο, όπου η ασφάλεια, η συμμόρφωση και η λειτουργικότητα τίθενται υπό αμφισβήτηση.
Το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση και αν η Airbnb θα αναθεωρήσει ή προσαρμόσει την πολιτική της — παραμένει ανοιχτό. Προς το παρόν, η αγορά αναμένει απαντήσεις και λύσεις σε ζητήματα που, όπως φαίνεται, δεν είναι ούτε θεωρητικά ούτε δευτερεύοντα.
Πηγή: bnbnews.gr
Bίκη Τρύφωνα