«Η απώλεια του Γιάννη Τζεδάκι, του τελευταίου από τα ιδρυτικά μέλη της ΙΛΑΕΚ, έχει προκαλέσει βαθιά θλίψη σε όλη την αρχαιολογική οικογένεια και τον κόσμο του πολιτισμού», σημειώνει σε σημερινή της ανακοίνωση η Ιστορική, Λαογραφική και Αρχαιολογική Εταιρεία Κρήτης, τονίζοντας ότι «είναι γνωστή η μεγάλη προσφορά του στην ελληνική και κρητική αρχαιολογία».
Παράλληλα, γνωστοποιεί ότι «για να τιμήσει τη μεγάλη προσωπικότητα του Γιάννη Τζεδάκι, η Ιστορική, Λαογραφική και Αρχαιολογική Εταιρεία Κρήτης έχει ξεκινήσει την έκδοση πολυσέλιδου, τιμητικού τόμου με την οικονομική υποστήριξη της Περιφέρειας Κρήτης. Στον συλλογικό τόμο συμμετέχουν επιφανείς επιστήμονες από πολλά μέρη του κόσμου, πανεπιστημιακοί και στελέχη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Όταν εκδοθεί θα είναι πλέον στη μνήμη του. Δεν θα έχουμε τη χαρά να τον παρουσιάσουμε μαζί του, όμως, ο ίδιος πρόλαβε να νοιώσει την αγαλλίαση της ευγνωμοσύνης από τους φίλους και συνεργάτες του, που γι’ αυτόν μέτρησε περισσότερο από κάθε άλλη τιμή και αναγνώριση».
Στην ανακοίνωσή της, η ΙΛΑΕΚ αναφέρει, ακόμη, τα εξής:
«Οραματιστής μιας ανθρώπινης αρχαιολογίας, βαθιά δημοκράτης, θαρραλέος και ανυπόταχτος μέχρι το τέλος της ζωής του, διορατικός, γενναιόδωρος, με σπινθηροβόλο βλέμμα, τρανταχτό γέλιο και πολύ χιούμορ, άνθρωπος της παρέας πρόσφερε πολλά και σημαντικά σε μια μακρά και πλούσια πορεία στον χώρο της αρχαιολογικής επιστήμης ως ανασκαφέας, Έφορος Αρχαιοτήτων και Γενικός Διευθυντής Αρχαιοτήτων Ελλάδας.

Υπήρξε ο αρχαιολόγος που θεμελίωσε και οργάνωσε την ΚΕ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Δυτικής Κρήτης. Κήρυξε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο την Παλιά Πόλη Χανίων και την Παλιά Πόλη Ρεθύμνου για να τις διασώσει από τη ρυμοτόμηση και την κατεδάφιση, εδραιώνοντας μελλοντική παρακαταθήκη. Ξεκίνησε τις συστηματικές ανασκαφές στον λόφο Καστέλλι Χανίων και συνέβαλε καθοριστικά στην ένταξη της δυτικής Κρήτης στον χάρτη του μινωικού κόσμου. Ανέσκαψε και διαμόρφωσε το αρχαίο νεκροταφείο των Αρμένων Ρεθύμνου, το μεγαλύτερο ανασκαμμένο μινωικό νεκροταφείο της Κρήτης και η δική του μεγάλη αρχαιολογική αγάπη. Ανέσκαψε το προϊστορικό σπήλαιο Γερανίου Ρεθύμνου, τον μινωικό οικισμό Αποδούλου Αμαρίου, τη μινωική έπαυλη Νεροκούρου Χανίων. Πραγματοποίησε πλήθος σωστικών ανασκαφών, όπως στην αρχαία Κίσαμο, τη Φαλάσαρνα, τα Νέα Ρούματα, το Καλάμι Αποκορώνου και πολλά στερεωτικά έργα σε μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους.
Υπήρξε Διευθυντής της ΚΓ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου. Από τη θέση αυτή χειρίστηκε με σύνεση και ψυχραιμία τα θέματα της περιοχής και έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία του περιπάτου των επισκεπτών του ανακτόρου της Κνωσού. Επίσης, ξεκίνησε το πρόγραμμα των «Μινωικών Δρόμων» στην ανατολική Κρήτη. Διετέλεσε Διευθυντής στην ΚΑ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Κυκλάδων και τη νεόκοπη Εφορεία Σπηλαιολογίας-Παλαιοανθρωπολογίας, όπου η φωτεινή του προσωπικότητα άφησε ισχυρό αποτύπωμα.
Ως Διευθυντής και Γενικός Διευθυντής Αρχαιοτήτων στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού εφάρμοσ χρηστό τρόπο διοίκησης και δημοκρατική διαχείριση της εξουσίας, τηρώντας πιστά και βελτιώνοντας την αρχαιολογική νομοθεσία. Με θάρρος, επιστημοσύνη και συνέπεια πάλεψε για την προστασία, συντήρηση και ανάδειξη των αρχαιοτήτων και γενικά της εθνικής πολιτιστικής κληρονομιάς και προώθησε το πρόγραμμα ορισμού ζωνών αρχαιολογικών χώρων. Οργάνωσε πλήθος περιοδικών εκθέσεων στο εξωτερικό για την προβολή του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Ήταν ο Διευθυντής Αρχαιοτήτων δίπλα στη Μελίνα Μερκούρη, όταν αυτή ως υπουργός Πολιτισμού, το 1982, ξεκίνησε από το Μεξικό τον αγώνα επαναπατρισμού και επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα. Ίδρυσε το Τμήμα Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού και το Κέντρο Λίθου. Υπήρξε Πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής Μουσείων Αρχαιολογίας και Ιστορίας (ICMAH, ICOM) και συνιδρυτής και πρώτος Πρόεδρος του Ελληνικού Τμήματος του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων (ICOM). Ο φετινός εορτασμός για τη Διεθνή Ημέρα Μουσείων γίνεται την Παρασκευή 16 Μαΐου σε όλη την Ελλάδα, συμπίπτοντας με την ημέρα κηδείας του Γ. Τζεδάκι».