Σε αρκετές χώρες αναβιώνει η τραπεζική των Ταχυδρομείων. Δύο πρόσφατα παραδείγματα είναι ο Καναδάς και η Αυστρία. Η Αυστρία επανίδρυσε την τράπεζα των ταχυδρομείων το 2020 (Bank 99). Ο Καναδάς πρόσφατα, το 2024, με προοπτική να λειτουργήσει αρχές του 2026 (η συρρίκνωση του δικτύου των τραπεζών καταγράφει ήδη 3.000 κοινότητες, χωριά και οικισμούς χωρίς τραπεζικό υποκατάστημα).
Σε κάποιες χώρες τα Ταχυδρομικά Ταμιετήρια είχαν ιδιωτικοποιηθεί την περίοδο της έξαρσης του νεοφιλελευθερισμού, γύρω στο 2000, σε άλλες είχαν διατηρηθεί. Σε κάθε περίπτωση ο κανόνας στις ευρωπαϊκές χώρες παραμένει. Τα ταχυδρομεία παραμένουν κρατικά (και επιδοτούμενα εν μέρει ως προς τη βασική δημόσια υπηρεσία που παρέχουν) και συνδυάζονται με αποταμιευτικές τράπεζες, ή διάφορα μικτά μοντέλα.
Οκτακόσια (800) υποκαταστήματα έχουν τα ελληνικά ΕΛΤΑ. Το καλύτερο δίκτυο παροχής υπηρεσιών σε όλη την Ελλάδα. Ταυτόχρονα είναι εμφανής η αδυναμία των συστημικών τραπεζών να παρέχουν στοιχειώδεις τραπεζικές εργασίες, χωρίς «εξωφρενικές χρεώσεις» εννοώ, και ακόμα περισσότερο να προσφέρουν έστω ένα στοιχειώδες επιτόκιο στην αποταμίευση των νοικοκυριών. Κοινώς, η αποταμιευτική τραπεζική αποτελεί μοναδικό πεδίο της Αγοράς που παραμένει κενό και ακάλυπτο.
Η αγορά αυτή καλύπτεται στις ευρωπαϊκές χώρες με διάφορους θεσμούς: αποταμιευτικές, στεγαστικές, καταναλωτικές, επαγγελματικές, τοπικές, κοινωνικές, συνεταιριστικές τράπεζες και ταμιευτήρια κάθε μορφής και είδους. Οι θεσμοί αυτοί είναι προφανώς εκτός του ρυθμιζόμενου πλέον, από ευρωπαϊκούς κανόνες, συστημικού τραπεζικού συστήματος και ελέγχονται από την Κεντρική Τράπεζα κάθε χώρας. Αποτελούν το 10-30% της τραπεζικής αγοράς ανάλογα με τη χώρα. Στην Ελλάδα είναι μηδέν, καθώς είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη όπου 4 συστημικές τράπεζες καλύπτουν το 99% της τραπεζικής αγοράς (το Ταμείο Παρακαταθηκών έχει μείνει και μία ή δύο τοπικές συνεταιριστικές).
Το δικό μας Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο (ΤΤ) αποτέλεσε μία «σκανδαλώδη χρεοκοπία» το 2013. Θεωρητικά ήταν από τους πιο παραδοσιακούς και συντηρητικούς χρηματοπιστωτικούς θεσμούς, άρα προστατευμένος απέναντι στη χρηματοπιστωτική κρίση. Αλλά προηγήθηκε η λαίλαπα της «καταλήστευσής» του την περίοδο της διακυβέρνησης της ΝΔ, το 2004-2009. Τότε οι καταθετικοί πόροι του Ταμιευτηρίου διοχετεύτηκαν, για πρώτη φορά, στον δανεισμό μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, εν πολλοίς με «σαθρά» ή ανύπαρκτα τραπεζικά κριτήρια. Επακολούθησε η κατάρρευση με την κρίση, καθώς τα μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια «κοκκίνισαν» αμέσως. Μαζί με την κρίση των ομολόγων, το ΤΤ βρέθηκε έκθετο και διαχωρίστηκε σε «καλό» και «κακό», πριν απορροφηθεί από τη Eurobank. Είχε προηγηθεί, επί Σημίτη, η μετατροπή του σε Ανώνυμη Εταιρεία το 2000 και η εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο το 2006, τίποτα από τα οποία δεν ήταν αναγκαίο για μία αποταμιευτική τράπεζα.
Τα ΕΛΤΑ παρέμειναν κρατικά λόγω ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν στη λίστα των περίφημων 26 ιδιωτικοποιήσεων του ΤΑΙΠΕΔ το 2015. Αλλά μαζί με την ΕΥΔΑΠ, το 17% της ΔΕΗ, και πλήθος από άλλες δημόσιες επιχειρήσεις μεταφέρθηκαν στο Υπερταμείο, για να μην ιδιωτικοποιηθούν. Όπερ και εγένετο.
Τα κενά στην τραπεζική αγορά είναι πολλά και επιβάλλεται ο εμπλουτισμός με παλιούς και νέους χρηματοπιστωτικούς θεσμούς. Αντί να κλείσουν τα 200 υποκαταστήματα, ας μετατραπούν τα 800 υποκαταστήματα των ΕΛΤΑ σε μία αποταμιευτική τράπεζα – ταμιευτήριο. Θα καλύψει ένα σημαντικό κενό στην αγορά και θα εξυπηρετεί οικισμούς και απομονωμένες περιοχές στην επαρχία και θα συμβάλλει πολύπλευρα στις τοπικές κοινωνίες. Ταυτόχρονα θα αποτελέσει ισχυρό και ανταγωνιστικό φορέα αποταμιευτικής τραπεζικής στις συνοικίες των μεγάλων πόλεων, καθώς θα καλύψει ανταγωνιστικά, με χαμηλότερες χρεώσεις και καλύτερο επιτόκιο, εν δυνάμει, τις ανάγκες των 7 στα 10 των ελληνικών νοικοκυριών που διατηρούν μικρή ή οριακή αποταμίευση και αναζητούν μικρο-δανεισμό κατάλληλο για τις στεγαστικές, καταναλωτικές ή άλλες δαπάνες τους.
Όσο περίπλοκο και να φαίνεται, τεχνικά είναι τελικά απλό. Την οργάνωση του Ταμιευτηρίου δεν θα την κάνουν τα ΕΛΤΑ από το μηδέν. Η ευρωπαϊκή αγορά (εν πολλοίς και η ελληνική) έχει πληθώρα φορέων και επιχειρήσεων να αναλάβουν την οργάνωση αυτή, όπως γίνεται αυτή ευρέως παντού που αναμορφώνουν, εκσυγχρονίζουν ή ιδρύουν εκ του μηδενός την αναγκαία υποδομή του μη συστημικού τραπεζικού τομέα.
Είναι εκ των πραγμάτων μία επωφελής για την κοινωνία και χαμηλού ρίσκου για τα ΕΛΤΑ επένδυση. Είναι μία στρατηγική επιλογή με πολλαπλά οφέλη, που το μόνο που απαιτεί είναι στοιχειώδης πολιτική βούληση. Η ΝΔ προφανώς δεν την έχει. Αλλά ας μη χαθεί αυτή η ευκαιρία. Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες το κάνουν. Ας μη μείνουμε πάλι ως η «εξαίρεση της Ευρώπης» και στο θέμα αυτό.
* Ο κ. Γιώργος Σταθάκης είναι πρώην υπουργός, πρώην βουλευτής Χανίων του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία

