Παραμένει στο τραπέζι το τέλος διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία, στοιχείο που προκαλεί πονοκέφαλο στους ανθρώπους του τουρισμού τόσο στην Κρήτη , όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες που επιβεβαιώνουν παράγοντες του κρητικού τουρισμού, το τέλος διανυκτέρευσης δεν έχει αποσυρθεί ακόμα από τη συζήτηση των μέτρων με τους Θεσμούς και για το λόγο αυτό έγινε σχετική παρέμβαση του προέδρου του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της χώρας, Γιώργου Τσακίρη , ο οποίος σε επιστολή του προς τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, τον προτρέπει να κινητοποιηθεί προσωπικά για την αποτροπή, έστω και την τελευταία στιγμή, της λήψης του «φημολογούμενου, καταστροφικού για τον τουρισμό και την εθνική οικονομία μέτρου» που όπως επισημαίνει «θα δώσει τη χαριστική βολή στα ελληνικά ξενοδοχεία και κατ’ επέκταση στον ελληνικό τουρισμό».
Αξίζει να σημειωθεί πως το σενάριο που έχει μεταφερθεί στους κρητικούς τουριστικούς παράγοντες ως κυρίαρχο μέχρι τώρα, αναφέρει πως η εφαρμογή του τέλους διανυκτέρευσης μπορεί να έχει μία πολύ σκληρή και εκδοχή και κάποιες ηπιότερες που θα ελαφρύνουν τις μικρές μονάδες.
Σύμφωνα με τη σκληρότερη εκδοχή θα εφαρμοστεί το τέλος, στη λογική που πρωτοπαρουσιάστηκε. Δηλαδή, ένα ευρώ ανά αστέρι ή ανά κλειδί αν πρόκειται για ενοικιαζόμενα διαμερίσματα, κι ανά διανυκτέρευση. Έτσι το πεντάστερο θα δίνει πέντε ευρώ τη βραδιά, το τετράστερο τέσσερα κ.ο.κ. Στην περίπτωση, όμως αυτή θα ισχύει ο παραλογισμός που έχει περιγράψει ήδη ο πρόεδρος των Διευθυντών Ξενοδοχείων της χώρας, Γιώργος Πελεκανάκης , αφού τα μεγάλα πεντάστερα ξενοδοχεία θα κληθούν να καταβάλλουν μισό εκατομμύριο ευρώ για το τέλος αυτό.
Το επόμενο «πιο ήπιο» σενάριο προβλέπει πως το τέλος δεν θα εφαρμοστεί στα πρώτης και δεύτερης κατηγορίας. Σενάριο που θεωρείται πως αποτελεί μια μορφής «κοροϊδίας» προς τους φορείς του τουρισμού, διότι απουσιάζουν τέτοιες μονάδες από τους σημαντικούς, κλασσικούς τουριστικούς προορισμούς και σε κάθε περίπτωση αφορά το σύνολο του ξενοδοχειακού κόσμου.
Τέλος, υπάρχει ένα ακόμα σενάριο, αρκετά πιο σύνθετο που δεν έχει αναπτυχθεί λεπτομερώς, σύμφωνα με το οποίο θα υπάρχει κλιμάκωση του φόρου με ορισμένα κριτήρια που θα μπουν και στα οποία φαίνεται πως ρόλο θα παίζει και το κριτήριο της πληρότητας. Για το λόγο αυτό άλλωστε, κάποιοι κάνουν λόγο για το ενδεχόμενο να ονομαστεί και τέλος πληρότητας. Στην περίπτωση αυτή, θεωρείται πιθανόν το τέλος να ισχύει ουσιαστικά για τις περιόδους αιχμής κι όχι για όλη τη σεζόν. Σε κάθε περίπτωση, οι τουριστικοί παράγοντες αντιλαμβάνονται πως αυτό δεικνύει την σπουδή να ξεκινήσει η εφαρμογή ενός φόρου που θα συνδέεται με τις διανυκτερεύσεις.
Τα παραπάνω σενάρια δεν φαίνεται να καθησυχάζουν καθόλου τις τουριστικές μονάδες της Κρήτης που έχουν αναπτύξει υψηλά επίπεδα παρεχόμενων τουριστικών υπηρεσιών και βλέπουν τώρα να κινδυνεύουν να υποστούν ένα ακόμα τεράστιο κόστος από τη συγκεκριμένη φορολόγηση. Μετά τον υπερδιπλασιασμό του ΦΠΑ, αλλά και τη διατήρηση των πολυάριθμων τελών (πνευματικά δικαιώματα, τέλη χρήσης αιγιαλού κ.α.) που επιβαρύνουν επικίνδυνα τη λειτουργία τους, οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, ξεκαθαρίζουν πως αδυνατούν να απορροφήσουν οποιαδήποτε περαιτέρω φορολογική επιβάρυνση. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως και ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου έκανε λόγο για υπερτίμηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και αρνητικό επηρεασμό της τουριστικής ζήτησης της χώρας με άμεση μείωση του αριθμού των αφίξεων.
Πάντως τα στοιχεία που απασχολούν τους ξενοδόχους στην Κρήτη, είναι εξαιρετικά σοβαρά. «Το γεγονός ότι κόστος αυτό δεν θα μπορέσει να το μετακυλήσει κανένα ξενοδοχείο, αλλά αποτελεί απώλεια από τα έσοδά του είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, διότι έτσι απειλείται η βιωσιμότητα μιας ξενοδοχειακής τουριστικής επιχείρησης» , επισημαίνει δικαίως ο εντεταλμένος σύμβουλος τουρισμού της Περιφέρειας Κρήτης, Μιχάλης Βαμιεδάκης . Αυτό είναι ένα επιχείρημα που έχει φτάσει έγκαιρα στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Τουρισμού.
Ενδιαφέρον, όμως, παρουσιάζει και η επισήμανση πολύπειρου τουριστικού παράγοντα που αποτιμά ως καταστροφικό το μέτρο και για τα έσοδα του κράτους, διότι «δεν μπορεί το κράτος σε μια τέτοια περίοδο να προκαλέσει τάσεις φοροδιαφυγής». Ο ίδιος επισημαίνει πως είναι ξεκάθαρο πως θα αναπτυχθούν, δεδομένου ότι θα είναι ο μοναδικός τρόπος για να μετριαστούν οι συνέπειες για τις επιχειρήσεις.