Ο δημόσιος λόγος σήμερα συνταυτίζει τις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις με τα κοινωνικά προβλήματα, που αντιμετωπίζουν οι τοπικές κοινωνίες. Ο πολιτικός αυτός χαρακτήρας του δημόσιου λόγου διαχέεται με τρόπο επιλεκτικό και επιγραμματικό, δυσκολεύοντας την κατανόηση της ουσίας τόσο της πολιτικής όσο και της κοινωνικής ζωής. Πλέον, οι σύγχρονες πολιτικές «κωμωδίες» παίρνουν τη θέση τους και δημιουργούν ένα θέατρο του παραλόγου, παρουσιάζοντας πολιτικούς και πολιτικάντηδες, εξυπηρετώντας ένα σύστημα που τα επιθυμεί όλα συγκεχυμένα.
Με μεθοδευμένες πρακτικές στήνονται διαχρονικά τα πιο ευφάνταστα πολιτικά παιχνίδια εις βάρος των λαών. Πλέον, η πολιτική, ως φορέας δήθεν ιδεολογιών, εκπροσωπείται από πρόσωπα, που φέρουν προσωπεία με κύριο μέλημά τους το ατομικό και κομματικό τους συμφέρον. Το σύστημα τους αποδέχεται και τους ενθαρρύνει, ώστε να ολοκληρωθούν με σχετική επιτυχία όλα τα ζητούμενα, που είναι απαραίτητα, για την επιβίωσή του. Παράλληλα όμως συντηρεί και την αβελτηρία, που θεωρεί ότι διαθέτει ο κόσμος. Γι’ αυτό φαντάζει δύσκολο και διχαστικό για τον απλό πολίτη, να διακρίνει εγκαίρως το «δίμουρο» κομμάτι της πολιτικής. Ίσως γιατί αν το διακρίνει, να έχει μια κάπως πιο ανθρώπινη καθημερινότητα, ίσως και η μοίρα του να φαντάζει λιγότερο δυσοίωνη.
Το κράτος σαν άλλο Κράτος που εκπροσωπεί την ωμή εξουσία, κατακεραυνώνει ψυχολογικά, με συγκεκριμένη μέθοδο και πρακτικές, τον πολίτη. Του επιρρίπτει ευθύνες, του απαξιώνει και του εκμηδενίζει κάθε επίτευγμά του ισορροπώντας τον ανάμεσα στο πραγματικό και στο φαντασιακό κομμάτι της ζωής και του συνόλου. Βέβαια, σε όλο αυτό το «θέατρο» ο λαός μετέχει διά της μη συμμετοχής του και της συναίνεσής του ως προς την ολοκληρωτική κυριαρχία του απρόσωπου καπιταλιστικού συστήματος μέσα στην κοινωνία. Ο αγώνας για επιβίωση μακρύς και αδιάκοπος για τους πολλούς, μιας και το εκάστοτε εξουσιαστικό μοντέλο από τη μια φθείρει και διαφθείρει εκείνους που έχει ανάγκη και από την άλλη τους χρησιμοποιεί έτσι διεφθαρμένους και ολίγους, για να γίνει η δουλειά του.
Ο εθισμός της πολιτικής ελίτ του εγχώριου πολιτικού σκηνικού σε θέσεις εξουσίας πάση δυνάμει μαρτυρά το ήδη σάπιο και αποκρουστικό της πρόσωπο. Ίσως αυτό να είναι το πρόβλημα και η κυριότερη παθογένεια της χώρας μας, που σταδιακά την αποσυνθέτει, ασχέτως με όσα μας δηλώνουν οι πολιτικοί γυρολόγοι της εποχής. Ότι δηλαδή θα κάνουν την Ελλάδα το success story της ευρωζώνης. Μιας ευρωζώνης, που παραπαίει μεταξύ κρίσης και καταστροφής. Τα προβλήματα είναι πιο σύνθετα από όσο νομίζουν οι επαγγελματίες πολιτικοί μας, που στέκουν άπραγοι, αναμένοντας τις προσταγές της Γερμανικής και Γαλλικής ελίτ. Δεν ήταν, δεν είναι και δεν θα είναι δυστυχώς σε θέση να μας υπερασπιστούν ως έθνος, στο βαθμό που θα όφειλαν να μας υπερασπιστούν. Δεν το έκαναν, όταν σχεδόν όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής «οικογένειας» μας αντιμετώπιζαν ρατσιστικά και μας χαρακτήριζαν ως τους πιο τεμπέληδες όλων των τεμπέληδων του κόσμου.
Με ποια σοβαρότητα μπορεί ο απλός άνθρωπος, ο απλός πολίτης της χώρας μας να δει όλους αυτούς που τον εκπροσωπούν; Και πόσο σοβαρά να «μετρήσει» τα λόγια τους; Άλλα ειπώθηκαν και δεν ειπώθηκαν προεκλογικά και άλλα υλοποιούνται μετά από λίγους μήνες… Οι πολιτικοί της κάθε κυβέρνησης αρέσκονται στο μεγαλύτερο κομμάτι τους να κατακερματίζουν πολιτικές και σχέδια των προηγούμενων. Σχέδια και στοχεύσεις, οι οποίες ήδη είχαν δρομολογηθεί προς υλοποίηση. Γι’ αυτό οφείλει ο άνθρωπος να πάψει να αναρωτιέται γιατί πισωγυρίζει κάθε τόσο ο ίδιος και ολόκληρη η κοινωνία. Διότι και να θελήσουν οι πολίτες να πραγματοποιήσουν κάποιο όνειρο και κάποιο στόχος τους… ο δρόμος προς τον προσωπικό μιθριδατισμό θεωρείται απλά μονόδρομος. Σταδιακά, το άτομο εξοικειώνεται με κάθε λογής ανεπιθύμητη ή ακραία κατάσταση και παύει να αντιδρά.
Η ελληνική κοινωνία φαίνεται να έχει εθιστεί σε κάθε λογής μη φυσικά χαρακτηριστικά, που της προσδίδει ο κάθε «ειδήμων». Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει τη φράση «μόνο στην Ελλάδα συμβαίνουν αυτά». Πρόκειται ίσως για την πιο γλαφυρή και ουσιαστική έκφραση, που «κουβαλά» όλα τα συμπλέγματα μαζί με πρώτο και κύριο το σύμπλεγμα κατωτερότητας που προσέδωσαν σε πολλούς Έλληνες εκείνοι, που τους κυβέρνησαν και κυβερνούν ακόμα. Όπως είναι φυσικό, διά αυτής της οδού έδωσαν σε εκείνους, οι οποίοι αυτοπροβάλλονται και αυτοπροσδιορίζονται ως οι «καθαρόαιμοι» Ευρωπαίοι, το δικαίωμα και την ευκαιρία να συμπεριφέρονται στον ελληνικό λαό σαν το αποπαίδι, που παραστράτησε και εξακολουθεί να στέκει μετέωρο ανάμεσα σε γκρεμούς και σε αβύσσους. Γι’ αυτούς η στήριξή τους προς εμάς σε πολιτικό – οικονομικό επίπεδο κρίνεται επιβεβλημένη, αν και εφόσον η Ελλάδα θέλει να πάψει να ψάχνει για Ιθάκες.
Τραγική ειρωνεία αυτού του θεάτρου του παραλόγου είναι η αναφορά σε Ιθάκες από εκείνους που «Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη». Εκείνοι που δαιμονοποιούν όσους εκφράζουν απόψεις διαφορετικές από τη δική τους και προσπαθούν να τους φιμώσουν. Εκείνοι που «στραγγαλίζουν» τους Λαιστρυγόνας τους Κύκλωπας και τον άγριο Ποσειδώνα, που θα έπρεπε να κουβαλά κάθε ψυχή μαζί της για το ταξίδι της ζωής. Είναι κρίμα και άδικο όμως να θεωρούμε τους εαυτούς μας τελειωμένους περιμένοντας απλά το φυσικό μας θάνατο…
* Η κα Μαρία Κωνσταντέλου είναι πολιτικός επιστήμων – διεθνολόγος