Εκτός της έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης μέσω ΕΣΠΑ για τους ελαιοπαραγωγούς των οποίων το εισόδημα μειώθηκε από τη διατάραξη της ομαλής λειτουργίας της αγοράς εξαιτίας της πανδημίας Covid 19 μένουν όσοι δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, όπως καταγγέλλει η Θεματική Αγροτικών ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Χανίων.
Σε ανακοίνωσή της αναφέρει:
«Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης ξεκίνησε τις διαδικασίες για έκτακτη οικονομική ενίσχυση μέσω ΕΣΠΑ για τους ελαιοπαραγωγούς των οποίων το εισόδημα μειώθηκε από τη διατάραξη της ομαλής λειτουργίας της αγοράς εξαιτίας της πανδημίας Covid 19.
Δικαιούχοι του μέτρου μπορούν να κριθούν μόνο εκείνοι οι οποίοι σύμφωνα με το Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων χαρακτηρίζονται κατά κύριο επάγγελμα αγρότες σύμφωνα με τη φορολογική δήλωση έτους 2020 (χρήση έτους 2019).
Με αυτό τον τρόπο αποκλείονται της ενίσχυσης η πλειοψηφία των παραγωγών ελαιολάδου της χώρας μας και ιδιαίτερα στην Κρήτη και την υπόλοιπη νησιωτική χώρα όπου η ελαιοκαλλιέργεια στην πλειοψηφία της αποτελεί συμπληρωματικό εισόδημα. Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης τα κατάφερε έτσι ώστε ακόμα και στην κατηγορία αυτών που δικαιούνται ενίσχυσης να επικρατήσει το χάος όταν στην πλατφόρμα των αιτήσεων που πρέπει να υποβάλουν δεν βρίσκουν τις παραδοσιακές ποικιλίες λαδολιάς, ή διπλής κατεύθυνσης που καλλιεργούν εδώ και αιώνες. Η δε ολοκλήρωση των “επιτυχιών” του επιτελικού “μπάχαλου” γίνεται με τον συνωστισμό των επαγγελματιών αγροτών στα ΤΑΑΕ (πρώην ΚΕΠΠΥΕΛ) για να αποκτήσουν τη βεβαίωση επαγγελματικότητας.
Δεν επιβραβεύεται η παραγωγική διαδικασία αλλά ο κοινωνικός αυτοματισμός δημιουργώντας αντιπαραθέσεις στην τάξη των παραγωγών ελαιολάδου.
Η ελαιοκομία στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια περνά μια μεγάλη κρίση λόγω του διεθνούς ανταγωνισμού με τιμές πολύ χαμηλότερες του κόστους παραγωγής, των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής με ασθένειες, πτώση της παραγωγής, καιρικές καταστροφές, υποβάθμιση της ποιότητας του ελαιολάδου.
Ο κίνδυνος εγκατάλειψης μεγάλου μέρους των ελαιώνων της χώρας μας είναι μεγάλος και έχει ήδη αρχίσει σε ελαιώνες όπου το κόστος συγκομιδής και καλλιέργειας γίνεται ασύμφορο (ημιορεινές, ορεινές και δυσπρόσιτες περιοχές όπου όμως μπορεί να παραχθεί το καλύτερο ποιοτικά λάδι).
Η Ελλάδα ιστορικά ήταν η τρίτη ελαιοπαραγωγική χώρα στον κόσμο σήμερα απειλείται να καταταγεί στις τελευταίες θέσεις. Ήδη έχει χάσει στον τομέα ποιότητας που κατείχε την πρώτη θέση.
Οι κυβερνητικές πολιτικές σπρώχνουν σε αυτή την κατεύθυνση με μια κυβέρνηση που το τελευταίο που την ενδιαφέρει είναι ο πρωτογενής τομέας και ένα υπουργό που σε όλη του τη ζωή η επαφή του με τη Γη, γίνεται διαμέσου του τσιμέντου και της ασφάλτου και το μόνο γεωργικό εργαλείο που γνωρίζει είναι το τσεκούρι και αυτό όχι για να κλαδέψει ελιές αλλά για να κυνηγά δημοκρατικούς πολίτες».