Πριν μερικά χρόνια πήγα με τη βέσπα μου ένα ταξίδι στην κεντρική Ελλάδα.
Πήγα από Εύβοια σε Πήλιο, Βόλο, Τρίκαλα, Καρδίτσα, Λάρισα. Σχεδίαζα να πάω να δω τα Μετέωρα, αλλά άκουσα πως έρχεται η κακοκαιρία “Ζορμπάς” και αποφάσισα να γυρίσω από τη γρήγορη εθνική οδό -ως τότε ταξίδευα μόνο σε επαρχιακούς δρόμους και στην παλιά εθνική οδό- όσο πιο γρήγορα γίνεται για Πειραιά.
Πρόλαβα όμως να φτάσω μόνο ως τη Λαμία, όταν άρχισε να βρέχει.
Βρήκα ένα ξενοδοχείο κι έμεινα δύο μέρες. Την τρίτη μέρα ο ουρανός ήταν καθαρός και ξεκίνησα πάλι για Πειραιά. Έκανα πολλά χιλιόμετρα τρέχοντας με σχετικά μεγάλη ταχύτητα για να προλάβω να φτάσω την ίδια μέρα χωρίς βροχές.
Ο ουρανός ήταν για πολλή ώρα καθαρός, μέχρι που ξαφνικά είδα μακριά μπροστά μου ένα μαύρο τείχος που κατέβαινε από τον ουρανό στη γη. Ο “Ζορμπάς”. Δεν άργησα να βρεθώ μέσα σε μια κόλαση από νερό. Σε δευτερόλεπτα ήμουν μούσκεμα, δεν έβλεπα μέσα από τα νερά που έπεφταν στα γυαλιά μου, η οδήγηση ήταν άκρως επικίνδυνη.
Ευτυχώς βρέθηκα μετά από λίγη ώρα σε διόδια, ρώτησα πόσο μακριά είναι η επόμενη έξοδο από την εθνική οδό και μου είπαν πως σε τρία χιλιόμετρα βγαίνει για Θήβα.
Μετά από τρία δύσκολα χιλιόμετρα βγήκα για Θήβα. Οι μικρές ρόδες της Βέσπας ήταν πλέον ολόκληρες μέσα στο νερό. Δεν μπόρεσα να φτάσω ούτε ως τη Θήβα, αλλά σταμάτησα σε ένα προάστιο και μπήκα γρήγορα στο πρώτο καφέ που βρήκα στον δρόμο μου. Αν και τα νερά σούρωναν από πάνω μου, κάθισα και παράγγειλα έναν καφέ. Ρώτησα το αφεντικό του καφέ αν ξέρει κανένα ξενοδοχείο στη Θήβα όπου μπορώ να μείνω μέχρι να σταματήσει ο “Ζορμπάς”, είχα ακούσει πως αυτό θα έπαιρνε μέρες. Έχει ξενοδοχεία στη Θήβα, μου είπε, αλλά πώς να πας εκεί με τη μηχανή με αυτό τον καιρό, περίμενε λίγο και θα σε πάω εγώ με το αυτοκίνητο, τη βέσπα θα τη βάλουμε στην αποθήκη.
Έτσι έγινε, ο άνθρωπος αυτός με πήγε στο κέντρο της Θήβας και με άφησε σε ένα ξενοδοχείο.
– Όταν είναι να φύγεις πάρε με τηλέφωνο να έρθω να σε πάρω.
– Ευχαριστώ, αλλά τότε θα πάρω ταξί να έρθω.
– Όπως νομίζεις.
Έμεινα τέσσερις μέρες στη Θήβα, ανακάλυψα εκεί ένα καφενεδάκι, έπιασα φιλίες με τον καφετζή και κάποιους πελάτες και πήγαινα συνέχεια. Έγινε φίλος μου και ο πορτιέρης του ξενοδοχείου και τα λέγαμε, μου είπε όλη την ιστορία της ζωής του.
Επιτέλους σταμάτησε ο “Ζορμπάς”, πήρα ένα ταξί για να πάω στη βέσπα, ο οδηγός είχε σπουδάσει στα Χανιά, μου ήταν πολύ συμπαθής και του είπα πως αν βρεθεί πάλι στα Χανιά να βρεθούμε για κανένα καφέ.
Έβγαλα τη βέσπα μου από την αποθήκη, αγκάλιασα το αφεντικό και του είπα πως τον περιμένω στην Κρήτη.
Είχα τρομοκρατηθεί από την εμπειρία μου στη νέα εθνική οδό και ήθελα να συνεχίσω για Πειραιά από την παλιά εθνική οδό, που όμως ήξερα πως ήταν κλειστή λόγω της κακοκαιρίας. Ρώτησα δύο αστυνομικούς αν είναι πάλι ανοιχτή και μου είπαν πως είναι, αλλά πως πρέπει να προσέχω πολύ γιατί έχει παντού νερά και πέτρες στους δρόμους.
Ξεκίνησα για Πειραιά αργά το απόγευμα, ένα φεριμπότ από Πειραιά για Χανιά αναχωρούσε στις 8 και το άλλο στις 12. Αρχικά πίστευα πως θα προλάβαινα των 8, αλλά μετά είδα πως ο δρόμος πράγματι ήταν βρεγμένος και με πέτρες και πήγαινα πολύ αργά, παράτησα την ιδέα για των 8 και ούτε κοίταζα πια το ρολόι.
Όταν έφτασα στο λιμάνι του Πειραιά το κοίταξα, έδειχνε 7:50. Λες; Γύρισα το γκάζι και βρέθηκα 7:55 μπροστά από το φεριμπότ. Σταμάτησα στον καταπέλτη και ρώτησα δύο εργαζόμενους του πλοίου αν μπορώ να μπω. Τρέξε να πάρεις εισιτήριο, μου είπαν, προλαβαίνεις.
Έτρεξα στο περίπτερο, γύρισα, ανέβηκα στη βέσπα και μπούκαρα στο καράβι. Αμέσως μετά έκλεισε ο καταπέλτης πίσω μου.
Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι κακοί, μερικοί είναι καλοί σαν άγγελοι, ελάχιστοι είναι τέρατα. Μην κρίνουμε την κοινωνία από τα λίγα τέρατα.
* Ο κ. Γιώργος Κιαγιάς είναι καθηγητής της γερμανικής γλώσσας
Φωτογραφία αρχείου