Σε δεινή θέση βρίσκονται τα ιδιωτικά ιατρικά εργαστήρια στα Χανιά, όπως και στην υπόλοιπη χώρα, εξαιτίας της εφαρμογής -τα τελευταία αρκετά χρόνια- δύο μέτρων τα οποία τους… συσσωρεύουν χρέος, καθιστώντας τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις προβληματικές.
Τα ιδιωτικά ιατρικά εργαστήρια (μικροβιολογικά, ακτινολογικά, κυτταρολόγοι και παθολογοανατόμοι) σε όλη την Κρήτη είναι κλειστά από χθες, καθώς οι ιδιώτες εργαστηριακοί γιατροί αντιδρούν «στη δεκαετή και πλέον οικονομική αφαίμαξή τους λόγω των μνημονιακών μέτρων claw back και rebate».
Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν σήμερα στα Χανιά, στα γραφεία του Ιατρικού Συλλόγου, οι ιδιώτες εργαστηριακοί γιατροί επισήμαναν ότι βρίσκονται, πλέον, σε απόλυτο αδιέξοδο, ζητώντας, για πολλοστή φορά, να γίνουν τα αυτονόητα προκειμένου να επιλυθεί ένα μείζον ζήτημα.
Το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου Χανίων, γραμματέας του Συνδέσμου Εργαστηριακών Ιατρών (ΣΥΝ.ΕΡΓΑΣ.ΙΑ), μικροβιολόγος Γιώργος Καστρινάκης υπογράμμισε ότι «οι εργαστηριακοί γιατροί αντιδρούμε λόγω του συνεχούς οικονομικού στραγγαλισμού μας εξαιτίας των μνημονιακών μέτρων claw back και rebate, που ακόμα παραμένουν και που κρέμονται πάνω από το κεφάλι μας ως δαμόκλειος σπάθη. Το claw back είναι η υποχρεωτική επιστροφή δεδουλευμένων μας στον ΕΟΠΠΥ, ενώ το rebate είναι η υποχρεωτική έκπτωση επί του μηνιαίου τζίρου, πάλι προς τον ΕΟΠΥΥ».
«Ο προϋπολογισμός για τις εργαστηριακές εξετάσεις είναι κλειστός και ελλειμματικός και οποιαδήποτε υπέρβαση του κρατικού προϋπολογισμού βαρύνει τους ιδιώτες εργαστηριακούς γιατρούς. Για να γίνει αντιληπτό το πόσο έχει οξυνθεί το πρόβλημα, να σημειώσουμε ότι το 2016 το ποσοστό ήταν 11%. Την ίδια χρονιά είχαμε εισαγωγή 86 νέων κοστοβόρων εξετάσεων, σαφώς χωρίς αύξηση του προϋπολογισμού κι έτσι το claw back βρέθηκε γύρω στο 24%. Για να φτάσουμε, λοιπόν, στο σήμερα όπου claw back και rebate κόβουν το 70% των χρημάτων που ζητάμε», σημείωσε ο κ. Καστρινάκης.
Και συνέχισε: «Για να γίνει τελείως αντιληπτό στον κόσμο, εσείς πηγαίνετε στους γιατρούς σας και γράφετε τα παραπεμπτικά σας. Κάνουμε τις εξετάσεις, τις οποίες υποχρεούμαστε από τη σύμβασή μας να πραγματοποιήσουμε. Έστω ότι ζητάμε 1.000 ευρώ από τον ΕΟΠΥΥ. Ο ΕΟΠΥΥ, με την εφαρμογή των μέτρων claw back και rebate, θα μας πει ότι, ανάλογα με το μηνιαίο ποσοστό, θα πάρουμε 300 – 400 ευρώ. Το τραγικό δεν είναι αυτό. Το τραγικό είναι ότι τα υπόλοιπα 600 – 700 ευρώ από τα 1.000 για να μην παρουσιάσει ο ΕΟΠΥΥ παθητικό ισολογισμό, μας τα καταλογίζει ως “χρέος”. Έτσι έχουμε βρεθεί να έχουμε στις πλάτες μας χρέος προς τον ΕΟΠΥΥ το οποίο είναι της τάξης πολλών δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Ένα εργαστήριο που εξυπηρετεί περίπου 15 άτομα την ημέρα έχει ένα χρέος 70.000, 80.000, 100.000 ευρώ, αλλά υπάρχουν και εργαστήρια που εξυπηρετούν πολύ κόσμο κι εκεί πια μιλάμε για “χρέος” που είναι τεχνητό και είναι της τάξεως 250.000, 300.000 ευρώ. Το συνολικό χρέος” προς τον ΕΟΠΥΥ των ιδιωτών εργαστηριακών γιατρών όλα αυτά τα χρόνια “αγγίζει” το 1,6 δισ. ευρώ».
Ο κ. Καστρινάκης τόνισε ότι «από τη μία, τα μέτρα αυτά (claw back back και rebate) και από την άλλη η υποτιμολόγηση σε κρατικά τιμολόγια, τα οποία είναι του 1991 (η υποτιμολόγηση έγινε 1/1/2016 και ήταν της τάξης τού 40%) έχει ως αποτέλεσμα να έχουμε τεράστιο πρόβλημα ρευστότητας στα ιατρεία μας, παράλληλα με το τεράστιο “χρέος” που έχουμε στις πλάτες μας».
Παράλληλα, σημείωσε ότι «έχουμε πάρα πολλούς συναδέλφους, οι οποίοι αδυνατούν να βγουν στη σύνταξη. Αδυνατούν να βγουν γιατί έχουν αυτό το “χρέος” στις πλάτες τους. Και το χειρότερο είναι ότι δεν τους κόβεται μόνο το δικαίωμα στη σύνταξη, αλλά τους κόβεται και το δικαίωμα στον θάνατο. Αυτό το “χρέος” πηγαίνει στις οικογένειές τους. Έχουμε ανθρώπους, συναδέλφους, οι οποίοι έφυγαν από τη ζωή, το “χρέος” έχει μεταβιβαστεί στους κληρονόμους και οι κληρονόμοι έχουν κάνει αποποίηση κληρονομιάς, γιατί δεν μπορούν να αντέξουν αυτό το “χρέος”. Γι’ αυτό και αρκετοί συνάδελφοι έχουν αρχίσει και γράφουν ό,τι έχουν και δεν έχουν στις οικογένειές τους, να γλυτώσουν από αυτό το “χρέος” του ΕΟΠΥΥ».
ΑΔΙΚΑ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΛΕΝΕ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ, ΑΛΛΑ…
Ο κ. Καστρινάκης επισήμανε ότι «έχουμε την παραδοχή όλων των υπουργών τα τελευταία χρόνια ότι τα μέτρα αυτά είναι άδικα και καθιστούν τα εργαστήριά μας μη βιώσιμα. Συνέχεια, όμως, αντί να λυθεί το πρόβλημα, έχουμε την προσθήκη νέων εξετάσεων. Και αν δείτε ένα ΦΕΚ με προσθήκη νέων εξετάσεων, θα διαπιστώσετε ότι γράφει πάντα το ίδιο πράγμα: οποιαδήποτε επιβάρυνση του κρατικού μηχανισμού θα επιβαρύνει τον μηχανισμό claw back. Δηλαδή, θα έχουμε και αύξηση του claw back περαιτέρω και θα έχουμε αύξηση του χρέους και θα συνεχίσουν οι εργαστηριακοί περαιτέρω να πληρώνουν τις εργαστηριακές εξετάσεις».
«Και την ίδια ώρα που τα ιατρικά εργαστήρια είναι μη βιώσιμα, όχι μόνο δεν κάνουν κάτι για την επίλυση του προβλήματος, αλλά έχουν προστεθεί και νέες εξετάσεις οι οποίες πάντα έχουν την υποσημείωση ότι τυχόν υπέρβαση του προϋπολογισμού θα βαρύνει το μηχανισμό claw back. Με αυξηση claw back και χρέους Δηλαδή θα τις πληρώνουν από τις τσέπες τους οι εργαστηριακοί γιατροί», πρόσθεσε.
Ο κ. Καστρινάκης ανέφερε, ακόμη, ότι «στους συναδέλφους ακτινολόγους δεν φτάνει μόνο αυτό, με το claw back και το rebate… Το τελευταίο διάστημα έχουν θεσπιστεί ποιοτικά κριτήρια, που κάθε άλλο παρά επιστημονική οδό έχουν. Έχουν να κάνουν με χρονολογία των μηχανημάτων. Και φάνηκε, τελικά, ότι τα ποιοτικά κριτήρια είναι μια πλήρως αποτυχημένη εφαρμογή, δεδομένου ότι οι συνάδελφοι ακτινολόγοι έχουν και το claw back αλλά και τα ποιοτικά κριτήρια, που μειώνουν περαιτέρω τις αποζημιώσεις».
Ο ίδιος είπε ότι «έχουν γίνει ατέρμονες συζητήσεις με τους Υπουργούς. Το 2014 θεσπίστηκαν διαγνωστικά πρωτόκολλα, τα οποία ακόμα και τώρα, δέκα χρόνια μετά, δεν έχουν εφαρμοστεί».
«ΖΗΤΑΜΕ ΤΑ ΑΥΤΟΝΟΗΤΑ…»
Καταλήγοντας, ο κ. Καστρινάκης υπογράμμισε ότι «ζητάμε τα αυτονόητα:
• Ένα claw back, το οποίο να είναι γνωστό εκ των προτέρων και να μην υπερβαίνει το 5%, όπως ισχύει στα ευρωπαϊκά κράτη. Στα ευρωπαϊκά κράτη το “ταβάνι” είναι 5% και σε περίπτωση που το υπερβαίνει, τότε υπάρχει κρατική χορήγηση χρημάτων, υπάρχει χρέος του κράτους.
• Να μπουν, επιτέλους, σε εφαρμογή οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες ορθής συνταγογράφησης με διαγνωστικά πρωτόκολλα, τα οποία έχουν νομοθετηθεί και, για άγνωστο λόγο, ακόμα και σήμερα, είναι στα συρτάρια του Υπουργείου. Άραγε εξυπηρετούνται συγκεκριμένες σκοπομότητες; Ας μας απαντήσει επιτέλους η ηγεσία του υπουργείου.
• Τη σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας μεταξύ Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου και ΕΟΠΥΥ, όπως έχει ήδη νομοθετηθεί -υπάρχει νόμος- και δεν έχει γίνει ακόμα. Περιμένουμε, έστω, την ύστατη αυτή στιγμή, γιατί ο κόμπος έχει φτάσει στο χτένι, να δείξει το Υπουργείο πραγματική βούληση για να λύσει το θέμα. Προτάσεις υπάρχουν στα χέρια του και μάλιστα χωρίς οικονομικό κόστος. Το θέμα είναι να θελήσει. Το ερώτημα είναι γιατί λοι οι υπουργοί μέχρι τώρα δεν το έχουν κάνει, δεν το έχουν λύσει. Σε περίπτωση που δεν θέλουν και πάλι να λύσουν αυτό το τεράστιο πρόβλημα σημαίνει ότι έχουν κάποια άλλα σχέδια για τα ιδιωτικά εργαστήρια της χώρας και ο νοών νοείτο».
«Ζητάμε την κατανόηση των συμπολιτών μας. Τα εργαστήρια πρέπει να είναι βιώσιμα και να συνεχίσουν να λειτουργούν δίνοντας ποιοτικές εξετάσεις και υπηρεσίες, όπως συμβαίνει μέχρι τώρα. Ιατρική διάγνωση χωρίς εργαστηριακή ιατρική δεν υπάρχει. Και αυτό ζητάμε να γίνεται. Και, τέλος, μία ερώτηση: ποιος εργαζόμενος θα συνέχιζε να εργάζεται στον εργοδότη για να συνεχίσει να πληρώνει τα χρέη, τα οποία του δημιούργησε -στον εργαζόμενο, εννοώ- ο ίδιος ο εργοδότης;», είπε, ολοκληρώνοντας τις δηλώσεις του, ο κ. Καστρινάκης.